Ελεύθερος με περιοριστικούς όρους αφέθηκε ο 26χρονος στη Θεσσαλονίκη, μετά την καταγγελία για βιασμό που δέχθηκε από 22χρονη γυναίκα. Σύμφωνα με τον συνήγορο υπεράσπισης, κ. Καραγιάννη, πρόκειται για άλλη μια περίπτωση ψευδούς καταγγελίας για βιασμό.
Η ιστορία πίσω από τον «βιασμό»
Όλα ξεκίνησαν τα ξημερώματα της 15ης Οκτωβρίου του 2022. Στην κατάθεσή της στην Αστυνομία, η καταγγέλλουσα ανέφερε πώς γνώρισε τον κατηγορούμενο εκτός ενός νυχτερινού κέντρου και η ίδια του ζήτησε να τη μεταφέρει με τη μοτοσικλέτα του στο διαμέρισμά της, το οποίο βρισκόταν λίγα χιλιόμετρα μακριά από το σημείο που βρισκόταν.
Με βάση την κατάθεσή της, όταν φτάσανε στο διαμέρισμα, εκείνος εισήλθε στον χώρο με τη συγκατάθεσή της, με πρόφαση ότι ήθελε να καπνίσει.. Σύμφωνα με την κατάθεσή της στις Αρχές, ανέφερε ότι ο 26χρονος της άσκησε σωματική και σεξουαλική βία στον καναπέ του διαμερίσματός της. Η καταγγέλλουσα ανέφερε ότι ο 26χρονος την έπνιγε και της είπε «δεν θα γλιτώσεις». Μετά την αποχώρηση του από το σπίτι της, η 22χρονη κατευθύνθηκε στο Αστυνομικό Τμήμα της περιοχής και κατήγγειλε τον βιασμό της. Αργότερα, οι Αρχές εντόπισαν και συνέλαβαν τον νεαρό.
Αντιφάσεις στα στοιχεία και τις καταθέσεις
Ο συνήγορος υπεράσπισης, κ. Καραγιάννης, υπέδειξε τις αντιφάσεις στις καταθέσεις της 22χρονης, τονίζοντας:
«Ο βιασμός, ως αδίκημα έχει την ιδιαιτερότητα της αποδεικτικής διαδικασίας. Δηλαδή συνήθως βασικός μάρτυρας και μοναδικός είναι το φερόμενο ως θύμα της πράξης. Το γεγονός αυτό μπορεί να αδικήσει ένα πραγματικό θύμα, αλλά και να επιτρέψει να δημιουργηθούν «θύματα» με «άλλους» σκοπούς»
«Ο αρμόδιος ανακριτής – δικαστής – εισαγγελέας καλείται πλείονες των φορών να ζυγίσει αντιθετικά στοιχεία ή απλούς ενδείκτες ή την αξιοπιστία του θύματος και του κατηγορούμενου δυνάμει απλά των προσωπικών τους μαρτυριών. Σημαίνουσα θέση, λοιπόν στη δικαστική κρίση επιφορτίζονται οι αρμόδιοι πραγματογνώμονες – ιατροδικαστές που καλούνται και αυτοί να γνωμοδοτήσουν, έχοντας πλήρη γνώση, ότι τα συμπεράσματα τους μπορούν να αθωώσουν ή να καταδικάσουν τον κατηγορούμενο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση αντιμετωπίσαμε το ίδιο σχήμα λόγου – αντίλογου. Με την απλή, όμως ανάγνωση της δικογραφίας, προκύπτει ότι τόσο η μαρτυρική κατάθεση του φερόμενου ως θύματος, όσο και η εξέτασή της από τους αρμόδιους επιστήμονες, βρίθουν αντιθέσεων και ενδεικτών ότι η κατηγορία είναι προσχηματική και ψευδής. Ενδεικτικά θα αναφέρουμε, ότι ο τρόπος που το ίδιο το θύμα αναφέρει ότι προσέγγισε τον φερόμενο ως δράστη, οι περιγραφές που αφηγήθηκε από την ερωτική επαφή, η κριτική περί σεξουαλικών επιδόσεων του δράστη, και η αντίδραση της μετά το συμβάν έρχονται σε αντίθεση με ένα άνθρωπο που αποτελεί θύμα βιασμού»