Η Κάμαλα Χάρις προηγείται του Ρεπουμπλικανού αντιπάλου της Ντόναλντ Τραμπ στο Μίσιγκαν και το Ουισκόνσιν, ενώ στην Πενσυλβάνια οι δύο αντίπαλοι βρίσκονται σε απόλυτη ισοπαλία, σύμφωνα με τα τελευταία δημοσκοπικά στοιχεία του CNN, μόλις λίγες ημέρες πριν από τις προεδρικές εκλογές στις 5 Νοεμβρίου.
Συγκεκριμένα, στη δημοσκόπηση, η Χάρις έχει προβάδισμα στο Μίσιγκαν με 48% έναντι 43% του Τραμπ και στο Ουισκόνσιν με 51% έναντι 45%. Ωστόσο, στην Πενσυλβάνια, μια πολιτεία-κλειδί για την κατάκτηση του Λευκού Οίκου, οι δύο υποψήφιοι βρίσκονται ισόπαλοι με 48% υποστήριξη. Οι τρεις πολιτείες ήταν κρίσιμες στις εκλογές του 2016, όταν ο Τραμπ επικράτησε, ενώ το 2020 ο Τζο Μπάιντεν τις κέρδισε, βοηθώντας τον να εξασφαλίσει την προεδρία.
Η δημοσκόπηση του CNN αντικατοπτρίζει παρόμοια αποτελέσματα με τα δεδομένα του προηγούμενου γύρου του καλοκαιριού, όταν η Χάρις κατείχε ποσοστό 50% έναντι 44% του Τραμπ στο Ουισκόνσιν και 48% έναντι 43% στο Μίσιγκαν, ενώ οι δύο υποψήφιοι είχαν επίσης ισοψηφία στην Πενσυλβάνια με 47%.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ψηφοφόρων στις πολιτείες του λεγόμενου «μπλε τείχους» έχει ήδη κλειδώσει την επιλογή της. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, το ποσοστό των αναποφάσιστων παραμένει χαμηλό: 8% στην Πενσυλβάνια, 7% στο Μίσιγκαν και 6% στο Ουισκόνσιν.
Η Χάρις φαίνεται να πλησιάζει τον Τραμπ σε επίπεδο εμπιστοσύνης στον τομέα της οικονομίας, ενώ στο Μίσιγκαν και το Ουισκόνσιν έχει σημαντικό προβάδισμα σε ζητήματα δημοκρατίας και άλλων κρίσιμων χαρακτηριστικών, γεγονός που εξηγεί την ισχυρότερη απόδοσή της στις μεσοδυτικές πολιτείες. Η πλειονότητα των ψηφοφόρων σε αυτές τις πολιτείες δηλώνει πως η ψήφος τους επηρεάζεται περισσότερο από τα ηγετικά χαρακτηριστικά της υποψήφιας παρά από τα συγκεκριμένα θέματα.
Παράλληλα, αξιοσημείωτο είναι ότι περίπου το 40% των υποστηρικτών της Χάρις ψηφίζει περισσότερο για να εκφράσει την αντίθεσή του προς τον Τραμπ παρά για να υποστηρίξει τη Χάρις, ποσοστό που υπερβαίνει αυτό των ψηφοφόρων του Τραμπ που δηλώνουν ότι ψηφίζουν για να εναντιωθούν στη Χάρις.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε διαδικτυακά και τηλεφωνικά από τις 23 έως τις 28 Οκτωβρίου και περιλάμβανε εγγεγραμμένους ψηφοφόρους, με αντιπροσωπευτικό δείγμα 726 ατόμων στο Μίσιγκαν, 819 στην Πενσυλβάνια και 736 στο Ουισκόνσιν.