Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ αποφάσισε να αναβάλει την επιβολή δασμών στο Μεξικό και τον Καναδά για διάστημα 30 ημερών, καθώς οι δύο χώρες δεσμεύτηκαν να ενισχύσουν τις προσπάθειες ασφάλειας των συνόρων. Σε δήλωσή του, ο πρωθυπουργός του Καναδά ανέφερε ότι είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Τραμπ, κατά την οποία συμφώνησαν σε περαιτέρω συνεργασία στον τομέα της συνοριακής ασφάλειας. Αντίστοιχη συμφωνία είχε προηγηθεί και με το Μεξικό. Ο Καναδός πρωθυπουργός σημείωσε πως οι σχεδιαζόμενοι δασμοί θα ανασταλούν για τουλάχιστον 30 ημέρες, ώστε να δοθεί χρόνος για κοινή δράση.
Σχετικά με το Μεξικό, η πρόεδρος Κλαούδια Σεϊνμπάουμ ανακοίνωσε την προσωρινή αναστολή των δασμών μετά από συνομιλία με τον Ντόναλντ Τραμπ, εκφράζοντας τη βεβαιότητά της ότι μέσα στο επόμενο διάστημα θα σημειωθεί πρόοδος. Ο Τραμπ, μέσω ανάρτησής του στα κοινωνικά δίκτυα, επιβεβαίωσε ότι οι δασμοί που επρόκειτο να τεθούν σε ισχύ από την Τρίτη θα ανασταλούν αμέσως για έναν μήνα. Παράλληλα, θα ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις με στόχο τη σύναψη μιας συμφωνίας, στις οποίες θα συμμετέχουν ο ίδιος, ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο, ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ και ο υποψήφιος υπουργός Εμπορίου Χάουαρντ Λούτνικ.
Η Σεϊνμπάουμ χαρακτήρισε τη συνομιλία της με τον Τραμπ εποικοδομητική και πρότεινε η ίδια την αναστολή των δασμών, ενώ ζήτησε από τον Αμερικανό πρόεδρο να συμβάλει στην καταπολέμηση της λαθραίας διακίνησης όπλων από τις ΗΠΑ στο Μεξικό, αίτημα στο οποίο εκείνος φάνηκε να ανταποκρίνεται θετικά. Στο πλαίσιο των συμφωνηθέντων, το Μεξικό θα αναπτύξει άμεσα 10.000 εθνοφρουρούς στα σύνορα με τις Ηνωμένες Πολιτείες για να ενισχύσει την καταπολέμηση της διακίνησης ναρκωτικών. Η πρόεδρος της χώρας χαρακτήρισε τη συμφωνία επωφελή, καθώς θα βοηθήσει στη βελτίωση της ασφάλειας στα σύνορα.
Παράλληλα, διαβεβαίωσε ότι το Μεξικό θα συνεχίσει να υπερασπίζεται και να στηρίζει τους μετανάστες της χώρας της, ενώ οι ομάδες εργασίας των δύο χωρών έχουν ήδη ξεκινήσει συνεργασία σε ζητήματα ασφαλείας και επιχειρήσεων. Ο Τραμπ έθεσε επίσης το θέμα της μείωσης του εμπορικού ελλείμματος μεταξύ των δύο χωρών, ωστόσο η Σεϊνμπάουμ εξέφρασε τις αντιρρήσεις της. Παρόλο που οι δύο ηγέτες συμφώνησαν να συνεχίσουν τον διάλογο, δεν προγραμματίστηκε κάποια άμεση συνάντηση μεταξύ τους.