Γερμανικές εκλογές: Ποιες οι επιπτώσεις για την Ελλάδα από την πιθανή ανάληψη της Καγκελαρίας από τον Φρίντριχ Μερτς

Γερμανικές εκλογές: Ποιες οι επιπτώσεις για την Ελλάδα από την πιθανή ανάληψη της Καγκελαρίας από τον Φρίντριχ Μερτς

Μια νέα πολιτική πραγματικότητα διαμορφώνεται στη Γερμανία με τις εκλογές να σηματοδοτούν το τέλος της σύντομης θητείας του Όλαφ Σολτς στην καγκελαρία. Οι ελληνογερμανικές σχέσεις την τελευταία τριετία κινήθηκαν σε ένα πιο ομαλό περιβάλλον, που χαρακτηρίστηκε από την αποκατάσταση της πολιτικής σταθερότητας μεταξύ των δύο χωρών. Οι εντάσεις που κυριάρχησαν στην εποχή της Άνγκελα Μέρκελ, όταν η οικονομική κρίση έριχνε βαριά σκιά στις διμερείς σχέσεις, μοιάζουν πλέον μακρινό παρελθόν.

Η επιστροφή σε μια κανονικότητα αποτυπώνεται και στις δημοσκοπήσεις, καθώς καταγράφεται σαφής βελτίωση της εικόνας της Γερμανίας στην ελληνική κοινή γνώμη. Αν και μόλις το 31% των πολιτών διατηρεί θετική άποψη για το Βερολίνο, το ποσοστό αυτό έχει διπλασιαστεί κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης Σολτς. Αυτή η αλλαγή δεν αποδίδεται τόσο σε διαφοροποιήσεις στη γερμανική πολιτική, όσο στις εξελίξεις στην Ελλάδα.

Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης επισημαίνει διαρκώς ότι η χώρα έχει ξεπεράσει την οικονομική κρίση και δεν αντιμετωπίζεται πλέον ως αδύναμος κρίκος στην ευρωπαϊκή σκηνή. Το θέμα των ελλειμμάτων και του δημόσιου χρέους έχει πάψει να αποτελεί αντικείμενο τριβής, ενώ η ύφεση στις ελληνοτουρκικές εντάσεις συνέβαλε στην εξομάλυνση των σχέσεων και με το Βερολίνο. Η μείωση των τουρκικών παραβιάσεων στο Αιγαίο έχει περιορίσει τις ανησυχίες ότι η Γερμανία διατηρεί μια φιλοτουρκική στάση εις βάρος της Ελλάδας.

Στην Ελλάδα, το ενδιαφέρον για τις γερμανικές εκλογές είναι έντονο. “Το ποιος θα κυβερνήσει τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης δεν είναι μόνο ζήτημα της Γερμανίας, αλλά επηρεάζει όλους μας. Γι’ αυτό και το ενδιαφέρον είναι τόσο μεγάλο” επισημαίνει η Ντόρα Μπακογιάννη, μια από τις πολιτικούς που γνωρίζουν άριστα τις γερμανοελληνικές σχέσεις.

Εάν ο Φρίντριχ Μερτς αναδειχθεί καγκελάριος, η πολιτική συγγένεια μεταξύ των κυβερνήσεων Ελλάδας και Γερμανίας αναμένεται να βελτιώσει το επίπεδο των σχέσεών τους. Ωστόσο, η ποιότητα της συνεργασίας δεν εξαρτάται μόνο από τις προσωπικές σχέσεις των ηγετών, αλλά κυρίως από τα εθνικά συμφέροντα και τις πολιτικές που θα ακολουθήσουν.

Το μεταναστευτικό παραμένει το βασικό σημείο διαφωνίας ανάμεσα στις δύο κυβερνήσεις. Οι γερμανικές αρχές επικρίνουν την Ελλάδα ότι δεν κάνει αρκετά για να εμποδίσει τους πρόσφυγες που έχουν ήδη λάβει καθεστώς προστασίας να συνεχίσουν το ταξίδι τους προς τη Γερμανία. Τα στοιχεία δείχνουν ότι το 2024, πάνω από 25.000 πρόσφυγες υπέβαλαν αίτηση ασύλου στη Γερμανία, παρόλο που είχαν ήδη αναγνωριστεί ως δικαιούχοι προστασίας στην Ελλάδα. Η γερμανική κυβέρνηση επιδιώκει να αυξήσει τον αριθμό των επιστροφών, με τον Φρίντριχ Μερτς να αναμένεται να εντείνει την πίεση προς την Αθήνα.

Ένα άλλο ζήτημα που προκαλεί τριβές είναι το θέμα του κοινού ευρωπαϊκού δανεισμού. Η Ελλάδα υποστηρίζει την ανάγκη κοινής δανειοδότησης μεταξύ των κρατών-μελών για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και την ενδυνάμωση της ευρωπαϊκής άμυνας. Ωστόσο, η Γερμανία, σε συνεργασία με άλλες βόρειες χώρες, απορρίπτει αυτή την προοπτική, διατηρώντας αυστηρή δημοσιονομική πολιτική.

Ένα πιθανό πεδίο αντιπαράθεσης μεταξύ των δύο χωρών είναι η γερμανική πολιτική απέναντι στην Τουρκία. Η πώληση στρατιωτικού εξοπλισμού προς την Άγκυρα, όπως τα γερμανικά υποβρύχια, αποτέλεσε σημείο έντασης στο παρελθόν. Αυτή την περίοδο, το επίκεντρο βρίσκεται σε αεροπορικά συστήματα, όπως τα Eurofighter και οι Meteor πύραυλοι, για τα οποία η Βρετανία πιέζει να πουληθούν και στην Τουρκία. Αν και υπήρξαν φήμες ότι το Βερολίνο είχε δώσει το πράσινο φως, ασφαλείς πηγές διαψεύδουν το ενδεχόμενο αλλαγής στάσης, ακόμα και αν ο Μερτς αναλάβει την καγκελαρία.

Η διεθνής πολιτική έχει αλλάξει δραστικά, ειδικά μετά την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ. Οι πληροφορίες από την Τουρκία αναφέρουν ότι η Άγκυρα μπορεί να χρησιμοποιεί το ενδιαφέρον της για τα Eurofighter ως διαπραγματευτικό χαρτί, ενώ στην πραγματικότητα στοχεύει στην επανένταξή της στο αμερικανικό πρόγραμμα των F-35. Οι αποφάσεις που θα ληφθούν σε αυτό το νέο γεωπολιτικό τοπίο ενδέχεται να έχουν καθοριστική σημασία για τις ισορροπίες στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή. Στη νέα αυτή πραγματικότητα, η επιρροή της Γερμανίας φαίνεται να είναι περιορισμένη, ανεξάρτητα από το ποιος θα ηγηθεί της κυβέρνησης στο Βερολίνο.

Exit mobile version