Άρθρο της Ν. Στασινού της “Ναυτεμπορικής”: Ο Τραμπ απογείωσε τις αγορές των αντιπάλων – Αναταράξεις στις ΗΠΑ

Όταν ο Ντόναλντ Τραμπ επέστρεψε θριαμβευτής στον Λευκό Οίκο, με μία εμφατική νίκη επί της Κάμαλα Χάρις, όλοι στις αγορές μιλούσαν για το Trump effect. Ήρθε, αλλά είναι διαφορετικό από αυτό που περιμέναμε. Ένα δυναμικό πάρτι με ράλι των μετοχών, του δολαρίου και των κρυπτονομισμάτων χάρη σε προσδοκίες για απορρύθμιση, φοροελαφρύνσεις και πολιτικές που θα έδιναν σαφή ώθηση στην οικονομία, ακόμη και εάν προκαλούσαν πληθωρισμό.

Περίπου 1,5 μήνα μετά την ανάληψη των καθηκόντων του το κλίμα έχει αλλάξει άρδην. Κάποιοι στις αγορές υποφέρουν. Οι αμερικανικές μετοχές χάνουν έδαφος, το δολάριο υποτιμάται και τα κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ είναι υπό ισχυρή πίεση. Αντί για το Trump trade, οι επενδυτές παίζουν το trade της ύφεσης και του στασιμοπληθωρισμού. Οι οικονομολόγοι χτυπούν αλλεπάλληλα καμπανάκια για την υγεία της αμερικανικής οικονομίας, το τεράστιο χρέος της και το κύμα ακρίβειας. Και η Fed προσπαθεί να ζυγίσει τις επόμενες κινήσεις της, αφού έχει δύο αντικρουόμενες αρνητικές δυνάμεις να αντιμετωπίσει: την απειλή της ύφεσης και τον επίμονα υψηλό πληθωρισμό.

Το πρώτο πλήγμα οι αμερικανικές αγορές το δέχθηκαν από τους φόβους ότι μπορεί να χάσουν τα ηνία στην κούρσα της τεχνητής νοημοσύνης. Το μοντέλο AI της DeepSeek – μίας κινεζικής εταιρείας που πέτυχε πολύ ταχύτερα, με λιγότερο προηγμένα chip και σε πολύ χαμηλότερο κόστος κάτι αντίστοιχο με το ChatGPT της OpenAI – προκάλεσε ένα ισχυρό σοκ και αιμορραγία στις αγορές. Η κυβέρνηση Τραμπ τόνισε πως αυτό το πάθημα θα πρέπει να λειτουργήσει ως μήνυμα αφύπνισης για τους αμερικανικούς κολοσσούς της Τεχνητής Νοημοσύνης. Και ενώ υποσχόμενη να κινητοποιήσει επενδύσεις σε αυτόν τον τομέα, πέτυχε να σταθεροποιήσει αρχικά τις αγορές, στη συνέχεια επιλέγοντας την πλέον σκληρή γραμμή στους δασμούς, αλλά και μία εκστρατεία – σοκ για τη συρρίκνωση του δημοσίου τομέα, πυροδότησε νέες ρευστοποιήσεις.

Όταν η αμερικανική αγορά «φτερνίζεται», ο υπόλοιπος κόσμος κρυώνει, συνηθίζουμε να λέμε. Ισχύει τις περισσότερες φορές. Οι όποιες αναταράξεις στη Wall Street δεν αργούν να μεταδοθούν διεθνώς. Αλλά αυτή τη φορά έχουμε δύο αξιοσημείωτες εξαιρέσεις. Τη Γερμανία και την Κίνα. Η ειρωνεία; Είναι δύο από τους μεγάλους αντιπάλους του Τραμπ και πολλοί πίστευαν ότι επί διακυβέρνησής του θα ήταν το γερμανικό και κινεζικό ενεργητικό που θα δεχόταν πλήγμα. Τελικά λαμβάνει ώθηση από τις εξελίξεις.

Η Capital Economics σε νέα έκθεσή της επισημαίνει πως αναθεωρεί προς τα επάνω τις προβλέψεις της τόσο για τις κινεζικές όσο και για τις γερμανικές μετοχές. Η Κίνα και η Γερμανία ηγούνται της ομάδας μεγάλων χωρών στον δείκτη MSCI ACWI (που περιλαμβάνει μεσαίες και μεγάλες κεφαλαιοποιήσεις) και έχουν ξεπεράσει σε απόδοση τον αντίστοιχο δείκτη των ΗΠΑ από την ημέρα ορκωμοσίας του Τραμπ. Μάλιστα τις τελευταίες φορές ο γερμανικός DAX κατέρριπτε το ένα ρεκόρ μετά το άλλο, κόντρα στις απώλειες της αμερικανικής και άλλων μεγάλων αγορών.

Πώς συνέβη αυτό; Οι κινήσεις του Τραμπ λειτούργησαν ως μήνυμα αφύπνισης τόσο για τον «μεγάλο ασθενή» της Ευρώπης, τη Γερμανία όσο και για την Κίνα. Ο νέος καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς από την πρώτη στιγμή της εκλογής του διεκήρυξε ότι η ήρθε η ώρα της Γερμανίας και της Ευρώπης να αυτονομηθεί από τις ΗΠΑ. Και προ ημερών έκανε τη μεγάλη κίνηση. Σε μία από τις μεγαλύτερες πολιτικές αλλαγές από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου το 1989, «πέταξε» το φρένο χρέους και άνοιξε τον δρόμο για μεγαλύτερη χρηματοδότηση τόσο για ενίσχυση των αμυντικών δαπανών όσο και των υποδομών, με τη σύσταση Ταμείου ύψους 500 δισ. ευρώ.

Στην περίπτωση της Κίνας, η βελτιωμένη απόδοση αποδίδεται κυρίως στη θετική πορεία του τεχνολογικού τομέα, εν μέσω ενός εξελισσόμενου αφηγήματος γύρω από την τεχνητή νοημοσύνη, αλλά και στην ώθηση που θέλησε να δώσει η κυβέρνηση Σι με μία σειρά κινήσεων, στην οικονομία, πριν ακόμη γίνουν οι αμερικανικές εκλογές και επιστρέψει ο Τραμπ στον Λευκό Οίκο. Θέλοντας να είναι προετοιμασμένη για έναν εμπορικό πόλεμο έδωσε γερές δημοσιονομικές – και όχι μόνο – ενέσεις.

Την ίδια ώρα ο δείκτης GDPNow της Fed της Ατλάντα δείχνει ετήσια συρρίκνωση 2,8% το πρώτο τρίμηνο του έτους, λόγω, μεταξύ άλλων, της εξασθένησης της καταναλωτικής δαπάνης και της αύξησης των εισαγωγών (που δεν έχει συνοδευτεί από αντίστοιχη αύξηση των αποθεμάτων). Οι ανησυχίες για την αμερικανική οικονομία έχουν οδηγήσει σε προσδοκίες για περαιτέρω μειώσεις επιτοκίων από τη Fed, γεγονός που με τη σειρά του πιέζει το δολάριο.

Η Capital Economics υπό τις συνθήκες αυτές αναβαθμίζει την εκτίμησή της για τον γερμανικό DAX στις 25.000 από 22.000 μονάδες, ενώ αναθεωρεί και την πρόβλεψή της για την ισοτιμία ευρώ/δολαρίου στο 1,05 δολάριο ανά ευρώ, έναντι απόλυτης ισοτιμίας 1:1 που ανέμενε προηγουμένως.

Exit mobile version