Η Standard & Poor’s αναβάθμισε το ελληνικό αξιόχρεο στη βαθμίδα ΒΒΒ 

Η Standard & Poor’s αναβάθμισε το ελληνικό αξιόχρεο στη βαθμίδα ΒΒΒ 

Ο οίκος αξιολόγησης Standard & Poor’s ανακοίνωσε ότι προχώρησε σε νέα αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας, τοποθετώντας την πλέον στη βαθμίδα ΒΒΒ, από το προηγούμενο επίπεδο ΒΒΒ-, με τις προοπτικές να χαρακτηρίζονται πλέον σταθερές, έναντι θετικών που ήταν προηγουμένως.

Η επενδυτική βαθμίδα είχε απονεμηθεί από τον S&P για πρώτη φορά τον Οκτώβριο του 2023, ενώ τον Απρίλιο του 2024 ακολούθησε η αναθεώρηση των προοπτικών σε θετικές. Έτσι, η Ελλάδα καθίσταται η τρίτη χώρα που βλέπει αναβάθμιση εντός επενδυτικής βαθμίδας από οίκους εγκεκριμένους από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, μετά τους Scope και DBRS.

Η S&P αποδίδει την ανοδική πορεία του ελληνικού αξιόχρεου στη συνεπή εφαρμογή δημοσιονομικής πολιτικής. Συγκεκριμένα, επισημαίνει:

• Η συστηματική ενίσχυση της φορολογικής συμμόρφωσης και η ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας επιτρέπουν τη συνεχιζόμενη επίτευξη και υπέρβαση των δημοσιονομικών στόχων.

• Παρά τις διεθνείς προκλήσεις, προβλέπεται περαιτέρω μείωση του καθαρού χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ, με το βασικό σενάριο να δείχνει πτώση κατά περίπου έξι ποσοστιαίες μονάδες ανά έτος για τα επόμενα τέσσερα χρόνια.

• Η οικονομική εφεδρεία του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) προσφέρει σημαντικό περιθώριο ασφάλειας, εκτιμώμενη στο 15% του ΑΕΠ, ποσό που αντιστοιχεί σχεδόν σε τριετή κάλυψη των υποχρεώσεων αποπληρωμής.

«Ως αποτέλεσμα, αναβαθμίσαμε την αξιολόγηση της Ελλάδας σε “BBB/A-2” από “BBB-/A-3” διατηρώντας σταθερές προοπτικές», αναφέρει ο οίκος.

Όσον αφορά τις μελλοντικές κινήσεις, οι σταθερές προοπτικές αντανακλούν την ισορροπία ανάμεσα σε σταθερά μακροοικονομικά και δημοσιονομικά θεμέλια και τα υψηλά επίπεδα εξωτερικού και δημόσιου χρέους.

Ο S&P διευκρινίζει: «Ενδεχόμενη νέα αναβάθμιση θα μπορούσε να προκύψει αν διαπιστωθεί αισθητή μείωση της εξάρτησης της οικονομίας από εισαγόμενα προϊόντα ή αν παρατηρηθεί δραστική μείωση στο εξωτερικό χρέος της χώρας». Αντίθετα, προειδοποιεί ότι «μια επιδείνωση των δημοσιονομικών μεγεθών θα μπορούσε να οδηγήσει σε καθοδική αναθεώρηση».

Αιτιολογώντας την αναβάθμιση, η έκθεση επισημαίνει την εντυπωσιακή υπέρβαση των φετινών δημοσιονομικών στόχων. «Η Ελλάδα εκτιμάται ότι πέτυχε πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ για το 2024, μεταφραζόμενο σε συνολικό πλεόνασμα 0,5% μετά τους τόκους – ποσοστά πολύ υψηλότερα από τον στόχο του 2,1%», αναφέρεται.

Παρότι η συγκράτηση των επενδυτικών δαπανών συνέβαλε στην υπέρβαση, ο οίκος σημειώνει ότι η φορολογική συμμόρφωση συνεχίζει να ενισχύει τα έσοδα. «Πιστεύουμε ότι αυτή η τάση θα διατηρηθεί το 2025», σημειώνεται.

Η έκθεση προβλέπει ότι η Ελλάδα θα παραμείνει σε τροχιά πρωτογενών πλεονασμάτων με μέσο όρο 2,7% του ΑΕΠ για την περίοδο 2025-2028. Η κυβέρνηση παραμένει προσηλωμένη στη διατήρηση της δημοσιονομικής σταθερότητας και της δημιουργίας αποθεματικών.

Ο οίκος προβλέπει ότι τα έκτακτα έσοδα που θα προκύψουν τα επόμενα χρόνια θα κατευθυνθούν κυρίως σε δημόσιες επενδύσεις, κυρίως σε υποδομές, καθώς το χρηματοδοτικό πακέτο NextGenEU πλησιάζει στο τέλος του το 2027.

Η πορεία της ελληνικής οικονομίας προβλέπεται να υπερτερεί σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ευρωζώνης. «Περιμένουμε ετήσια αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ της τάξης του 2,3% έως το 2028», τονίζεται.

Σε σχέση με τις διεθνείς εξελίξεις, οι επιπτώσεις στην Ελλάδα από πιθανούς νέους εμπορικούς δασμούς των ΗΠΑ θεωρούνται περιορισμένες. Ωστόσο, η ενίσχυση των επενδύσεων που σχετίζονται με το Ταμείο Ανάκαμψης εντός του 2025-2026 αναμένεται να αποτελέσει καταλυτικό παράγοντα.

Στην ανάλυσή της, η S&P κάνει αναφορά και στις δομικές παραμέτρους ανάπτυξης. Η διατήρηση της απασχόλησης, η αύξηση των αποδοχών και οι επιδράσεις από τις επενδύσεις στη Γερμανία και την ΕΕ αναμένεται να ενισχύσουν περαιτέρω την ελληνική οικονομία.

Η εικόνα του δημοσίου χρέους είναι επίσης θετική. Ο δείκτης καθαρού χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, θα μειωθεί στο 114% το 2028, παρουσιάζοντας σημαντική αποκλιμάκωση σε σχέση με το 2019, κατά περίπου 50 μονάδες βάσης – επίδοση που θεωρείται από τις πιο εντυπωσιακές διεθνώς.

Η S&P χαρακτηρίζει την οικονομική δραστηριότητα στην Ελλάδα ανθεκτική και προβλέπει ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ κοντά στο 2,4% για την περίοδο 2025-2026. Βασικά στηρίγματα της ανάπτυξης παραμένουν οι επενδύσεις και η ιδιωτική κατανάλωση, με σταδιακή επιβράδυνση μετά τη λήξη του NextGenEU.

Ο τριτογενής τομέας καλύπτει σχεδόν το 70% της ελληνικής οικονομίας, με κλάδους όπως ο τουρισμός και η ναυτιλία να παραμένουν κυρίαρχοι. Παρότι η ναυτιλία ενδέχεται να επηρεαστεί από εμπορικές εντάσεις, άλλες υπηρεσίες εκτιμάται πως θα παραμείνουν σχετικά ανεπηρέαστες σε σχέση με τον δευτερογενή τομέα.

Τέλος, ο οίκος επισημαίνει ότι οι σημαντικές μεταρρυθμίσεις που έχουν υλοποιηθεί τα τελευταία χρόνια ενισχύουν τη βιωσιμότητα της οικονομίας. Ωστόσο, διατηρούνται προκλήσεις σε κρίσιμους τομείς, όπως η απονομή της δικαιοσύνης.

Exit mobile version