Σενάρια για 4 μεγάλες φοροελαφρύνσεις που έρχονται το 2026

Σενάρια για 4 μεγάλες φοροελαφρύνσεις που έρχονται το 2026

Η δεύτερη φάση των κυβερνητικών παρεμβάσεων, με επίκεντρο τη φορολογική ελάφρυνση της μεσαίας τάξης, βρίσκεται σε στάδιο σχεδιασμού από το οικονομικό επιτελείο και πρόκειται να ανακοινωθεί από τον πρωθυπουργό στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, με στόχο την υλοποίησή της από το 2026.

Μετά τα πρόσφατα μέτρα ενίσχυσης προς ενοικιαστές και χαμηλοσυνταξιούχους, σειρά παίρνουν τα μεσαία εισοδήματα, τα οποία υπέστησαν τη μεγαλύτερη πίεση κατά τα χρόνια των μνημονίων. Οι επερχόμενες παρεμβάσεις περιλαμβάνουν μείωση φορολογικών συντελεστών, αναπροσαρμογή της φορολογικής κλίμακας με βάση τον πληθωρισμό, καθώς και περιορισμό των τεκμηρίων διαβίωσης. Παράλληλα εξετάζονται και συγκεκριμένες ελαφρύνσεις στον ΕΝΦΙΑ.

Ο σχεδιασμός δεν αναμένεται να περιλάβει αλλαγές στη φορολόγηση εισοδημάτων από ενοίκια εντός του 2026, καθώς απαιτούνται μεγαλύτερα δημοσιονομικά περιθώρια και η κυβέρνηση επιλέγει να εστιάσει σε άλλες στοχευμένες παρεμβάσεις.

Οι αποφάσεις για το εύρος των φοροελαφρύνσεων θα εξαρτηθούν από τη δημοσιονομική εικόνα της χώρας, την αποτελεσματικότητα στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και την εφαρμογή της ρήτρας εξαίρεσης για τις αμυντικές δαπάνες από το όριο του ελλείμματος. Το ανώτατο δημοσιονομικό όριο για το 2026 έχει τεθεί στο 3,6%, με το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας να καθορίζει αυστηρούς κανόνες για τα κράτη-μέλη.

Τα βασικά σημεία των παρεμβάσεων περιλαμβάνουν:

  1. Μειώσεις στους φορολογικούς συντελεστές εισοδήματος για φυσικά πρόσωπα, με έμφαση στα μεσαία εισοδήματα μεταξύ 10.000 και 40.000 ευρώ. Σήμερα, τα εισοδήματα μέχρι 10.000 ευρώ φορολογούνται με 9%, ενώ για τα επόμενα εισοδήματα έως 20.000 ευρώ ο συντελεστής ανέρχεται στο 22%. Η κυβέρνηση σχεδιάζει αναπροσαρμογές που θα ευνοήσουν σημαντικά περίπου 2 εκατομμύρια φορολογούμενους με δηλωθέντα εισοδήματα από 10.000 έως 20.000 ευρώ. Εξετάζεται επίσης η αναθεώρηση του ανώτατου συντελεστή 44%, είτε με αύξηση του εισοδήματος από το οποίο ξεκινά η εφαρμογή του είτε με αναλογική προσαρμογή.
  2. Τιμαριθμική αναπροσαρμογή της φορολογικής κλίμακας, ώστε να ληφθεί υπόψη η αύξηση των εισοδημάτων λόγω πληθωρισμού. Η απουσία προσαρμογής έχει ως αποτέλεσμα οι φορολογούμενοι να μετακινούνται σε υψηλότερα κλιμάκια, χωρίς αντίστοιχη αύξηση της αγοραστικής τους δύναμης – φαινόμενο που ο ΟΟΣΑ έχει χαρακτηρίσει ως «δημοσιονομική διάβρωση».
  3. Μείωση κατά 30% των τεκμηρίων διαβίωσης, σε πρώτη φάση, με προοπτική πλήρους κατάργησης. Το ισχύον σύστημα οδηγεί χιλιάδες φορολογούμενους –κυρίως μισθωτούς και συνταξιούχους με χαμηλά εισοδήματα– να φορολογούνται με βάση τεκμαρτές δαπάνες, και όχι τα πραγματικά τους έσοδα. Τα τεκμήρια περιλαμβάνουν κατοχή οχημάτων, ακινήτων, δαπάνες ιδιωτικής εκπαίδευσης, αγορά αγαθών και άλλα. Οι φορολογούμενοι που υπερβαίνουν το τεκμαρτό όριο εισοδήματος φορολογούνται:
    • Ως ελεύθεροι επαγγελματίες ή αγρότες, αν πάνω από το 50% του δηλωθέντος εισοδήματος προέρχεται από επιχειρηματική ή αγροτική δραστηριότητα, ακίνητα ή επενδύσεις, με φόρο από 9% έως 44%, συν προκαταβολή φόρου 100% για το επόμενο έτος.
    • Ως μισθωτοί, εφόσον: α) έχουν εισόδημα κατά 50% ή περισσότερο από μισθούς ή συντάξεις, ή δεν έχουν κανένα εισόδημα ή είναι εγγεγραμμένοι στον ΟΑΕΔ·
      β) έχουν εισόδημα μόνο από κεφάλαιο, και το τεκμαρτό τους εισόδημα δεν ξεπερνά τις 9.500 ευρώ·
      γ) έχουν έως 6.000 ευρώ από περιστασιακή απασχόληση και συνολικό τεκμαρτό εισόδημα κάτω των 9.500 ευρώ.
  4. Στοχευμένες ελαφρύνσεις στον ΕΝΦΙΑ, ειδικά για μικροϊδιοκτήτες. Εξετάζεται η αύξηση της έκπτωσης στον φόρο για ακίνητη περιουσία έως 250.000 ευρώ ή η μείωση του βασικού συντελεστή για περιοχές με τιμή ζώνης από 1.500 έως 2.000 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο. Η κίνηση αυτή αναμένεται να μειώσει τη φορολογική επιβάρυνση για εκατοντάδες χιλιάδες ιδιοκτήτες που επιβαρύνθηκαν σημαντικά μετά τις τελευταίες αναπροσαρμογές στις αντικειμενικές αξίες.

Η συνολική ακίνητη περιουσία 6.164.976 φυσικών και νομικών προσώπων εκτιμάται στα 770 δισ. ευρώ, με τον ΕΝΦΙΑ για το 2025 να προβλέπεται ότι θα αποφέρει περίπου 2,3 δισ. ευρώ στα δημόσια ταμεία. Ως εκ τούτου, κάθε αλλαγή στο φορολογικό πλαίσιο θα αξιολογηθεί σε συνάρτηση με τη συνολική δημοσιονομική σταθερότητα.

Exit mobile version