Η ετήσια έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η οποία εγκρίθηκε την Τετάρτη με 367 ψήφους υπέρ, 74 κατά και 188 αποχές, διαπιστώνει αυξανόμενη απόσταση της Τουρκίας από τις αρχές και τα συμφέροντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η έκθεση, την οποία επιμελήθηκε ο Ισπανός ευρωβουλευτής των Σοσιαλιστών, Νάτσο Σάντσες Αμόρ, αναφέρει ότι οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις έχουν παγώσει από το 2018, κυρίως λόγω της επιδείνωσης της κατάστασης του κράτους δικαίου στη χώρα. Τονίζεται ότι, υπό τις παρούσες συνθήκες, δεν είναι δυνατή η επανέναρξη της ενταξιακής διαδικασίας.
Το Κοινοβούλιο καλεί την Άγκυρα, τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και τα κράτη-μέλη να επιδιώξουν μια πιο δυναμική στρατηγική συνεργασία, δίνοντας έμφαση στην κλιματική δράση, την ασφάλεια ενέργειας, την αντιτρομοκρατική συνεργασία και την περιφερειακή σταθερότητα.
Ειδικά για τα ανθρώπινα δικαιώματα, γίνεται λόγος για σοβαρή επιδείνωση και για γενικευμένη υποχώρηση της δημοκρατίας. Παρά την εφαρμογή στρατηγικής δικαστικής μεταρρύθμισης, η έκθεση τονίζει ότι η ανεξαρτησία της τουρκικής Δικαιοσύνης υπονομεύεται από πολιτικές παρεμβάσεις και εργαλειοποίησή της.
Επικρίνεται έντονα η καταστολή της ελευθερίας της έκφρασης, των συγκεντρώσεων και των συνδικαλιστικών ελευθεριών, όπως και οι στοχευμένες διώξεις πολιτικών αντιπάλων, υπερασπιστών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δικηγόρων, δημοσιογράφων, μελών μειονοτήτων, ακαδημαϊκών και καλλιτεχνών. Παράλληλα, γίνεται λόγος για έντονη ανησυχία σχετικά με τη χρήση του RTÜK για την παρεμπόδιση των ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης και την επιβολή ποινών για αναρτήσεις στα κοινωνικά δίκτυα.
Αναφορά γίνεται και στην υπόθεση του δημάρχου Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου, για τον οποίο εκφράζεται ανησυχία σχετικά με τη σύλληψή του και την απομάκρυνση από το αξίωμα, κάνοντας λόγο για πιθανή πολιτική σκοπιμότητα πίσω από τις κατηγορίες που του αποδόθηκαν. Παράλληλα, καταδικάζεται η απαγόρευση των διαδηλώσεων σε αρκετές περιοχές της χώρας.
Σε θέματα ελληνικού ενδιαφέροντος, το ΕΚ αναγνωρίζει τον αυξημένο διάλογο με τις χριστιανικές μειονότητες αλλά υπογραμμίζει ότι δεν έχει υπάρξει ουσιαστική πρόοδος σε σχέση με τη νομική αναγνώριση των δικαιωμάτων τους. Ζητεί σεβασμό του ρόλου του Οικουμενικού Πατριαρχείου και προστασία της Αγίας Σοφίας και του μουσείου της Χώρας, τα οποία είναι εγγεγραμμένα στον κατάλογο της UNESCO.
Σχετικά με τις σχέσεις με την Ελλάδα και την Κύπρο, η έκθεση χαιρετίζει τη σχετική αποκλιμάκωση των εντάσεων στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά καταδικάζει τις συνεχιζόμενες παραβιάσεις των κυριαρχικών δικαιωμάτων των δύο κρατών-μελών της ΕΕ από την Τουρκία. Γίνεται λόγος για αυξημένες παραβιάσεις στα ελληνικά χωρικά ύδατα και για παράνομες αλιευτικές δραστηριότητες. Το ΕΚ καλεί την Άγκυρα να σεβαστεί πλήρως την κυριαρχία των κρατών-μελών σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και το UNCLOS και να αποσύρει το casus belli.
Για την Κύπρο, καταδικάζονται οι μονομερείς ενέργειες που παγιώνουν τη διχοτόμηση, συμπεριλαμβανομένης της επίσκεψης του Τούρκου προέδρου στα κατεχόμενα. Τονίζεται ότι η μοναδική λύση είναι μια δικοινοτική, διζωνική ομοσπονδία βάσει των ψηφισμάτων του ΟΗΕ. Χαιρετίζεται η επανέναρξη συνομιλιών υπό τον ΓΓ του ΟΗΕ και οι συμφωνίες για νέα σημεία διέλευσης και κοινές δράσεις εμπιστοσύνης.
Αναφορικά με τη Συρία, το Κοινοβούλιο ζητεί από την Τουρκία να σεβαστεί την κυριαρχία της χώρας και να σταματήσει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις. Καταδικάζει τις πρόσφατες επιθέσεις εναντίον Κούρδων και παροτρύνει την Άγκυρα να απέχει από κάθε είδους παρέμβαση στις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις της Συρίας.
Για τον πόλεμο στην Ουκρανία, το ΕΚ εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για την αυξημένη εμπορική συνεργασία Άγκυρας–Μόσχας και για το γεγονός ότι η Τουρκία δεν συμμορφώνεται με τις κυρώσεις της ΕΕ. Το ποσοστό εναρμόνισης της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής με αυτή της ΕΕ ανέρχεται μόλις στο 5%.
Στο μεταναστευτικό, το ΕΚ αναγνωρίζει τον σημαντικό ρόλο της Τουρκίας, η οποία φιλοξενεί 3,1 εκατομμύρια πρόσφυγες. Τονίζει τη σημασία της συνεργασίας και επισημαίνει τη χρηματοδοτική στήριξη ύψους 10 δισ. ευρώ από την ΕΕ από το 2011. Υπενθυμίζεται η ανάγκη πλήρους εφαρμογής της Δήλωσης ΕΕ–Τουρκίας του 2016, ιδιαίτερα ως προς την Ελλάδα και την Κύπρο, ενώ υπογραμμίζεται πως κάθε επιστροφή προσφύγων θα πρέπει να γίνεται εθελοντικά και υπό συνθήκες ασφάλειας και αξιοπρέπειας.