Ο πρώην πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, μιλώντας στη 2η διεθνή διάσκεψη για τη Δημοκρατία και την Κοινωνική Δικαιοσύνη που διοργανώνεται από το Ινστιτούτο του, ανέδειξε την ανάγκη ενός νέου τύπου πατριωτισμού απέναντι σε φαινόμενα όπως η ολιγαρχία και η κλεπτοκρατία.
Κατά την τοποθέτησή του, εξαπέλυσε επίθεση στην κυβέρνηση Μητσοτάκη, κάνοντας λόγο για μια πολιτική που οδηγεί στη δημιουργία μιας κοινωνίας με μεγάλες ανισότητες, στην οποία «κυριαρχεί το ένα πέμπτο». Παράλληλα, ανέδειξε την υποχρέωση των δυνάμεων της Αριστεράς και της ευρύτερης προόδου να συγκροτήσουν ένα νέο σχέδιο και να διαμορφώσουν ένα εναλλακτικό όραμα.
Αναφερόμενος στην κατάσταση της αντιπολίτευσης, παραδέχθηκε την αδυναμία της να παρουσιάσει πειστική εναλλακτική και σημείωσε: «δεν υπάρχει μαγικό κλειδί για να ανοίξουμε την πόρτα μίας άλλης Ελλάδας, πρέπει να το βρούμε ή να το δημιουργήσουμε όλοι μαζί».
Όπως τόνισε, απαιτείται ένα πενταετές σχέδιο επανεκκίνησης και ενίσχυσης, που θα εμπνεύσει τον κόσμο της παραγωγής και της εργασίας. Παράλληλα, έκανε αναφορά στις διεθνείς εξελίξεις, περιγράφοντας το τοπίο ως προϊόν της επικράτησης ενός «ακραίου αυταρχικού και νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού», ο οποίος, σύμφωνα με τον ίδιο, έχει ενισχύσει την επιρροή της παγκόσμιας Ακροδεξιάς.
Υποστήριξε ότι οι σημερινές συνθήκες απαιτούν ενιαία στάση των προοδευτικών και αριστερών δυνάμεων, επισημαίνοντας πως «σήμερα, βρισκόμαστε σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι, όχι μόνο για την Ευρώπη, αλλά σε παγκόσμιο επίπεδο».
Ο πρώην πρωθυπουργός υπογράμμισε τον κίνδυνο από την ενίσχυση συντηρητικών και ακροδεξιών ηγεσιών, επισημαίνοντας ότι «η επανεκλογή του Προέδρου Τραμπ δεν επηρεάζει απλά τις παγκόσμιες εξελίξεις», αλλά «ανατρέπει το ίδιο το πλαίσιο στο οποίο οικοδομήθηκαν οι διεθνείς σχέσεις μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και ιδίως μετά τον Ψυχρό Πόλεμο». Αναφέρθηκε στις αποτυχίες της διεθνούς φιλελεύθερης τάξης, όπως και στις επιπτώσεις δυτικών επεμβάσεων στη Μέση Ανατολή και το Αφγανιστάν, καθώς και στην πολιτική του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία.
Στη συνέχεια, παρουσίασε βασικά στοιχεία μιας προοδευτικής πολιτικής πρότασης:
- Υπογράμμισε την ανάγκη για ένα νέο εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης, διάρκειας πέντε ετών, με βασικούς πυλώνες την ανάπτυξη, τη δημοκρατία, τη δικαιοσύνη, την κοινωνική συνοχή και την ασφάλεια.
- Μίλησε για τη δημιουργία ενός νέου πολιτικού και κοινωνικού κινήματος, που θα εμπνεύσει και θα ενεργοποιήσει εκείνους που έχουν απομακρυνθεί από τη δημόσια ζωή, απαντώντας παράλληλα στις σειρήνες της ακροδεξιάς.
- Τόνισε την ανάγκη για ένα δυναμικό προοδευτικό κύμα, ικανό να ενώσει τις διάσπαρτες φωνές της κοινωνικής αντίστασης, βασισμένο στις ανάγκες της χώρας και προσανατολισμένο στην παροχή ρεαλιστικής εναλλακτικής στους πολίτες.
- Αναφέρθηκε σε έναν «νέο πατριωτισμό», που θα σταθεί απέναντι στις δυνάμεις του πλουτισμού και της πολιτικής κυριαρχίας, σημειώνοντας: «Από τη μια η πατρίδα μας, από την άλλη τα πλούτη τους. Αυτή είναι η σύγχρονη διαχωριστική γραμμή».
Επέκρινε επίσης την άνοδο ενός αυταρχικού μοντέλου καπιταλισμού, το οποίο, όπως είπε, υιοθετεί πρακτικές αυταρχικών καθεστώτων, χαρακτηρίζεται από επιδοτήσεις προς τους πλούσιους μέσω φορολογικών απαλλαγών και μεταφορά των βαρών στις πλάτες των ασθενέστερων κοινωνικών ομάδων.
Σχολίασε την κατάσταση στη χώρα, λέγοντας ότι «δοκιμάζονται σήμερα και η δημοκρατία και η δικαιοσύνη», κάνοντας λόγο για πολιτικές που εντείνουν τις ανισότητες και διαμορφώνουν αυτό που αποκάλεσε «κοινωνία του ενός πέμπτου».
Υπενθύμισε ότι η κυβέρνησή του κατάφερε να μειώσει το ποσοστό φτώχειας από 21,4% το 2015 σε 17,9% το 2019, ενώ κατηγόρησε την παρούσα κυβέρνηση ότι το επανέφερε στο 19,6% το 2024, την ώρα που οι δέκα μεγαλύτερες εισηγμένες εταιρείες κατέγραψαν κέρδη-ρεκόρ 15ετίας, φτάνοντας τα 11,5 δισεκατομμύρια ευρώ.
Αναφέρθηκε επίσης στην ανάγκη ενίσχυσης των δημοκρατικών θεσμών, ώστε να μην μετατραπούν τα κράτη σε «Ανώνυμες Εταιρείες των κυβερνώντων και των ολιγαρχών», όπως είπε χαρακτηριστικά.
Έκανε λόγο για την αντικατάσταση του πελατειακού κράτους με ένα αναπτυξιακό, με σαφείς στρατηγικούς στόχους.
Παρουσίασε το αίτημα για έναν νέο πατριωτισμό σε κοινωνικό, ηθικό και οικονομικό επίπεδο, ως αντιστάθμισμα απέναντι στις δυνάμεις της συντήρησης και της ακροδεξιάς, που, σύμφωνα με τον ίδιο, υποκρίνονται ότι υπερασπίζονται τα λαϊκά συμφέροντα, ενώ στην πραγματικότητα εξυπηρετούν τις πιο εύπορες κοινωνικές τάξεις.
Υπογράμμισε ότι οι προοδευτικές δυνάμεις οφείλουν να επαναδιεκδικήσουν την έννοια της «ανθρώπινης ασφάλειας» από την ακροδεξιά, η οποία την εκμεταλλεύεται για να σπείρει τον φόβο.
Κατέληξε αναδεικνύοντας τη σημασία που έχουν η εδαφική ακεραιότητα, η προσωπική ασφάλεια και η οικονομική σταθερότητα των πολιτών, καθώς και την ανάγκη για μία ενιαία ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική, βασισμένη στον σεβασμό του διεθνούς δικαίου και τη διαμόρφωση νόμιμων διαύλων μετανάστευσης.