Κρίση στη γερμανική κυβέρνηση: Προς κατάρρευση ο κυβερνητικός συνασπισμός του Μερτς

Κρίση στη γερμανική κυβέρνηση: Προς κατάρρευση ο κυβερνητικός συνασπισμός του Μερτς

Οι εσωτερικές αντιθέσεις στον νέο κυβερνητικό συνασπισμό της Γερμανίας, υπό τον καγκελάριο Φρίντριχ Μερτς, αναδείχθηκαν με ένταση μέσα από τη σύγκρουση που προκάλεσε ο διορισμός δικαστή στο Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο. Η έντονη πολιτική αντιπαράθεση ανάμεσα στους Χριστιανοδημοκράτες (CDU) και τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD), που αφορά κατηγορίες για λογοκλοπή και τις θέσεις της υποψήφιας για τις αμβλώσεις, απειλεί ήδη να πλήξει τη σταθερότητα της κυβέρνησης μόλις δύο μήνες μετά την ανάληψη της εξουσίας.

Ο Σοσιαλδημοκράτης Ντιρκ Βίζε χαρακτήρισε την Παρασκευή «κακή μέρα για τη δημοκρατία», με αφορμή την απόφαση των Χριστιανοδημοκρατών να μην στηρίξουν την υποψηφιότητα της δικαστού Φράουκε Μπρόζιους – Γκέρσντορφ, την οποία πρότεινε το SPD. Η επίσημη αιτία της αντίθεσης είναι νέα καταγγελία για λογοκλοπή στη διδακτορική της διατριβή του 1997. Ωστόσο, βουλευτές του CDU που μίλησαν ανώνυμα αποκάλυψαν ότι η πραγματική αιτία είναι οι θέσεις της υποψήφιας υπέρ της αποποινικοποίησης των αμβλώσεων.

Η επίμαχη κοινοβουλευτική ψηφοφορία αναβλήθηκε, καθώς οι συντηρητικοί ζήτησαν την απόσυρση της υποψηφιότητας. Ο Βίζε κατηγόρησε τους αντιπάλους για «εκστρατεία σπίλωσης» εις βάρος μιας υποψήφιας με αδιαμφισβήτητη επιστημονική και επαγγελματική πορεία. Στο ίδιο μήκος κύματος, αριστεροί πολιτικοί χαρακτήρισαν την υπόθεση λογοκλοπής προσχηματική και επεσήμαναν ότι η υποψηφιότητα πολεμήθηκε λόγω ιδεολογικών διαφωνιών, ιδίως στο ζήτημα των αμβλώσεων.

Αποκαλυπτικά ήταν και τα σχόλια έξι βουλευτών του CDU/CSU, που επιβεβαίωσαν την ύπαρξη συντονισμένων σχεδίων καταψήφισης, ακριβώς λόγω των απόψεων της Μπρόζιους – Γκέρσντορφ για το δικαίωμα στην άμβλωση. Η ηγεσία του κόμματος προσπάθησε να μεταπείσει τους διαφωνούντες χωρίς επιτυχία, φανερώνοντας την αδυναμία εσωτερικής συνοχής.

Η σύγκρουση φέρνει στην επιφάνεια τις βαθύτερες αδυναμίες του κυβερνητικού σχήματος, που στηρίζεται σε οριακή πλειοψηφία 52% στη Bundestag, με την Ακροδεξιά «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD) να έχει αναδειχθεί δεύτερη πολιτική δύναμη στη χώρα. Η πλειοψηφία των δύο τρίτων που απαιτείται για τον διορισμό δικαστών προϋποθέτει υποστήριξη από εξωτερικές δυνάμεις, όπως το αριστερό κόμμα Die Linke ή ακόμα και την ίδια την AfD, αυξάνοντας τον βαθμό πολιτικής αστάθειας.

Η ίδια η καταγγελία για λογοκλοπή παραμένει θολή. Δημοσιεύτηκε λίγες ώρες πριν την ψηφοφορία από τον γνωστό “κυνηγό λογοκλοπών” Στέφαν Βέμπερ, ο οποίος στο παρελθόν είχε στοχοποιήσει τους Πράσινους Αναλένα Μπέρμποκ και Ρόμπερτ Χάμπεκ. Ο Βέμπερ μάλιστα παραδέχθηκε δημοσίως ότι δεν είναι βέβαιος αν το επίμαχο υλικό προέρχεται από τη διατριβή της υποψήφιας ή εκείνη του συζύγου της, καθώς και οι δύο εκπονήθηκαν την ίδια χρονιά.

Όταν ερωτήθηκε γιατί επέλεξε να δημοσιεύσει την αναφορά παραμονή της κοινοβουλευτικής διαδικασίας, απάντησε πως ακολουθεί πρακτική που εγκαινιάστηκε το 2021, δημοσιεύοντας καταγγελίες πριν από κρίσιμες ψηφοφορίες.

Η υπόθεση, πέρα από τις πολιτικές της προεκτάσεις, αναδεικνύει την ένταση ανάμεσα σε συντηρητικά και προοδευτικά αντανακλαστικά, τη δυσκολία κυβερνητικής σύμπλευσης υπό όρους ισχνής πλειοψηφίας και το πώς το κρίσιμο ζήτημα των αμβλώσεων συνεχίζει να προκαλεί πολιτικές ρήξεις ακόμη και στο επίπεδο του Ανώτατου Δικαστηρίου.

Exit mobile version