Δήλωση στήριξης από Μερτς – Μακρόν προς την Ουκρανία – Ζητούν κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας

Δήλωση στήριξης από Μερτς – Μακρόν προς την Ουκρανία - Ζητούν κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας

Το Παρίσι και το Βερολίνο θα συνεχίσουν να «ασκούν πίεση» με στόχο την επιβολή νέων κυρώσεων κατά της Ρωσίας, διαβεβαίωσε ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν.

«Θα συνεχίσουμε να ασκούμε πίεση προκειμένου επιπρόσθετες κυρώσεις να επιβληθούν από εμάς και εμείς είμαστε έτοιμοι για αυτό, όμως επίσης από τις ΗΠΑ, ώστε να αναγκάσουμε τη Ρωσία να επιστρέψει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων» για τον πόλεμο στην Ουκρανία, σημείωσε ο Γάλλος πρόεδρος στο πλευρό του Γερμανού καγκελαρίου Φρίντριχ Μερτς.

Ο ίδιος υπογράμμισε πως «οι επόμενες ημέρες θα είναι καθοριστικής σημασίας» για να φανεί αν η Μόσχα έχει πρόθεση να βάλει τέλος στη σύγκρουση, όπως επιθυμεί και ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ.

Μακρόν και Μερτς ζήτησαν την υιοθέτηση δευτερογενών κυρώσεων με σκοπό την αποδυνάμωση της ρωσικής πολεμικής μηχανής, εντείνοντας την πίεση τη στιγμή που οι ειρηνευτικές πρωτοβουλίες του Τραμπ φαίνεται να συναντούν εμπόδια.

Στην κοινή τους ανακοίνωση, που δημοσιοποιήθηκε την Παρασκευή (29/08) έπειτα από συνάντηση γαλλικών και γερμανικών υπουργικών συμβουλίων, τονίζεται πως θα προωθηθούν μέτρα σε βάρος «εταιρειών τρίτων χωρών που στηρίζουν τον πόλεμο της Ρωσίας», με στόχο να περιοριστούν τα έσοδα της Μόσχας από τις εξαγωγές πετρελαίου, σύμφωνα με το Bloomberg.

Κατά τη συνέντευξη Τύπου, ο Γάλλος πρόεδρος επανέλαβε ότι μια δίκαιη και βιώσιμη ειρήνη μπορεί να υπάρξει μόνο με ισχυρές εγγυήσεις ασφαλείας για την Ουκρανία. Πρόσθεσε πως και οι δύο ελπίζουν ότι ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν θα προχωρήσει σε διμερή ή τριμερή συνάντηση για τον τερματισμό του πολέμου, όπως είχε δεσμευτεί στις συνομιλίες του με τον Τραμπ.

Ο Μακρόν προειδοποίησε ότι, εάν ο Πούτιν χάσει την προθεσμία της Δευτέρας (1 Σεπτεμβρίου), αυτό θα συνιστά μια ακόμη προσπάθεια να «παίξει» με τον Αμερικανό πρόεδρο, κάτι που, όπως είπε, δεν μπορεί να μείνει αναπάντητο και θα πρέπει να οδηγήσει σε επιπλέον κυρώσεις.

Σημείωσε ακόμη ότι τόσο εκείνος όσο και ο Μερτς θα μπορούσαν να έχουν επικοινωνία με τον Τραμπ μέσα στο Σαββατοκύριακο.

Από την πλευρά του, ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι είχε ξεκαθαρίσει νωρίτερα ότι η Ουκρανία και οι σύμμαχοί της θα περιμένουν έως την 1η Σεπτεμβρίου – ημερομηνία που έθεσε ο ίδιος ο Τραμπ – για να διαπιστώσουν αν η Ρωσία προτίθεται να λάβει μέρος σε διμερή συνάντηση για την παύση της εισβολής.

Ο Γερμανός καγκελάριος προειδοποίησε πως ο πόλεμος στην Ουκρανία «θα μπορούσε να διαρκέσει ακόμη πολλούς μήνες», όμως τόνισε ότι οι υποστηρικτές του Κιέβου «είναι πρόθυμοι» να συνεχίσουν την παροχή βοήθειας.

«Ο πόλεμος αυτός θα μπορούσε να διαρκέσει ακόμη πολλούς μήνες. Εμείς θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να προετοιμαστούμε γι’ αυτό. Είμαστε έτοιμοι», δήλωσε ο Μερτς, τονίζοντας ότι η διατήρηση του «συνασπισμού των προθύμων» αποτελεί «προτεραιότητα» για τη Γερμανία και τη Γαλλία.

Σύμφωνα με τον ίδιο, οι περίπου 30 χώρες, κυρίως ευρωπαϊκές, που στηρίζουν την Ουκρανία είναι «έτοιμες, με ευρεία συναίνεση, να τη βοηθήσουν με πολύ συγκεκριμένο τρόπο».

«Δεν θα εγκαταλείψουμε την Ουκρανία», πρόσθεσε ο Γερμανός καγκελάριος στο τέλος του γαλλογερμανικού υπουργικού συμβουλίου, διαπιστώνοντας ωστόσο πως «δεν υπάρχει καμία βούληση από τον πρόεδρο Πούτιν να συναντήσει τον πρόεδρο Ζελένσκι», καθώς, όπως είπε, ο Ρώσος ηγέτης «έθεσε όρους που είναι απολύτως απαράδεκτοι».

Αν ο Πούτιν δεν προχωρήσει στη συνάντηση με τον Ουκρανό πρόεδρο μέχρι τη Δευτέρα, όπως έχει ζητήσει ο Ντόναλντ Τραμπ, «αυτό θα σημαίνει ότι ο πρόεδρος Πούτιν θα έχει εξαπατήσει τον πρόεδρο Τραμπ», σημείωσε ο Μακρόν, ενώ ο Μερτς πρόσθεσε ότι «θα συζητήσουμε ξανά την προσεχή εβδομάδα για το πώς θα προχωρήσουμε».

Παράλληλα, οι δύο ηγέτες παρουσίασαν το σχέδιο για ενίσχυση της συνεργασίας τους σε ζητήματα ασφαλείας.

Η Γερμανία και η Γαλλία ανακοίνωσαν σήμερα κοινές πρωτοβουλίες, ανάμεσα στις οποίες περιλαμβάνεται η δημιουργία συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης πυραυλικών επιθέσεων, στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας Jewel, που θα είναι ανοιχτή και σε άλλους εταίρους. Το σχέδιο θα επισημοποιηθεί μέσω επιστολής προθέσεων, ενώ στη διακήρυξη οι δύο χώρες υπογράμμισαν και τη δέσμευσή τους για το πρόγραμμα ανάπτυξης των αρμάτων μάχης Main Ground Combat System (MGCS).

Η γαλλο-γερμανική διακήρυξη περιλαμβάνει ακόμη τη δρομολόγηση «στρατηγικού διαλόγου» για την πυρηνική αποτροπή και τη σύγκλιση των πολιτικών ασφαλείας των δύο κρατών, καθώς και την παροχή περισσότερων συστημάτων αεράμυνας στην Ουκρανία. «Παρά τις εντατικές διεθνείς διπλωματικές προσπάθειες, η Ρωσία δεν δείχνει καμία πρόθεση να τερματίσει τον επιθετικό της πόλεμο», αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Ο Μακρόν τόνισε την ανάγκη για κοινή στάση σε βιομηχανική και ψηφιακή πολιτική, ώστε να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα σε «τεχνολογίες αιχμής» και επανέλαβε την πρόθεση να διατηρηθεί η νομοθεσία της ΕΕ για την ψηφιακή τεχνολογία, απαντώντας έμμεσα στα παράπονα του Αμερικανού προέδρου Τραμπ.

Οι δύο ηγέτες άφησαν να εννοηθεί ότι θα εντείνουν τη συνεργασία τους και σε τομείς όπως η αυτοκινητοβιομηχανία, ο χάλυβας, η κλιματική πολιτική και η μετανάστευση.

Παράλληλα, 26 κράτη-μέλη της ΕΕ, πλην της Ουγγαρίας, υπέγραψαν δήλωση της Ύπατης Εκπροσώπου Εξωτερικής Πολιτικής Κάγια Κάλας, με την οποία καταδίκασαν τη ρωσική επίθεση στο Κίεβο την Πέμπτη (28/08), κάνοντας λόγο για «τον απερίσκεπτο χαρακτήρα των επιθέσεων της Ρωσίας και την περιφρόνησή της προς το διεθνές δίκαιο».

Η δήλωση υπογράμμισε ότι «οι εσκεμμένες επιθέσεις κατά αμάχων και μη στρατιωτικών στόχων συνιστούν εγκλήματα πολέμου» και προειδοποίησε πως «όλοι οι διοικητές, οι δράστες και οι συνεργοί αυτών των σοβαρών παραβιάσεων του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου θα λογοδοτήσουν».

«Αυτά τα εγκλήματα ενισχύουν μόνο την αποφασιστικότητά μας να στηρίξουμε την Ουκρανία και τον λαό της στην άμυνά τους απέναντι στη Ρωσία και στην προσπάθειά τους για μια συνολική, δίκαιη και διαρκή ειρήνη», ανέφερε, τονίζοντας πως η ΕΕ θα συνεχίσει και θα εντείνει τη βοήθειά της προς το Κίεβο και θα επιταχύνει τις εργασίες για νέα πακέτα κυρώσεων κατά της Ρωσίας.

«Η Ρωσία πρέπει να σταματήσει τις δολοφονίες και να δείξει πραγματική βούληση για ειρήνη», κατέληγε η κοινή δήλωση.

Exit mobile version