Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, παίρνοντας τον λόγο στη Βουλή κατά τη συζήτηση σε επίπεδο αρχηγών για θέματα εξωτερικής πολιτικής, υπογράμμισε ότι «προσέρχεται στη σημερινή συζήτηση με αίσθημα ευθύνης και διάθεση συγκλίσεων, για να διατυπώσει αλήθειες για την εξωτερική πολιτική». Τόνισε, επίσης, πως «η Ελλάδα υπερασπίζεται σθεναρά τα εθνικά της συμφέροντα και προωθεί την ειρήνη και τη σταθερότητα».
Ο πρωθυπουργός εξήγησε ότι «έστρεψε τη συζήτηση σε εφ’ όλης της ύλης ενημέρωση για την εξωτερική πολιτική», επιδιώκοντας να υπάρξει τοποθέτηση όλων των πολιτικών αρχηγών για τα ζητήματα που απασχολούν τη χώρα, με την ελπίδα, όπως είπε, να επικρατήσει συνεννόηση. «Τα θέματα αυτά δεν εξαντλούνται στα καφενεία με ανέξοδες κορώνες και τηλεοπτικά πάνελ. Η διπλωματία δεν μπορεί να συγχέεται με “επαναστατική γυμναστική”», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε «υπερήφανος» για την Ελλάδα, η οποία, όπως σημείωσε, «στέκεται στα πόδια της, δεν ακολουθεί τις εξελίξεις, προσπαθεί να τις συνδιαμορφώσει». Παράλληλα, επισήμανε ότι «δεν μπορεί κανείς να μιλά για ισχυρή Ελλάδα, αν η χώρα δεν διαθέτει ισχυρή οικονομία». Αναφέρθηκε στα εξοπλιστικά προγράμματα, υπενθυμίζοντας πως το 2028 αναμένεται η παραλαβή των πρώτων F-35, ενώ ήδη τα Rafale ενισχύουν την Πολεμική Αεροπορία. Επισήμανε επίσης πως η πρώτη φρεγάτα Belharra θα ενταχθεί στο Πολεμικό Ναυτικό πριν το τέλος της χρονιάς, ενώ θα ακολουθήσουν άλλες τρεις, κάνοντας αναφορά και σε συζητήσεις με την Ιταλία για την προμήθεια νέων φρεγατών. «Ταυτόχρονα υψώνουμε την “Ασπίδα του Αχιλλέα” απέναντι σε απειλές», πρόσθεσε.
Ο πρωθυπουργός επεσήμανε ότι «πριν από έξι χρόνια εισερχόταν στη χώρα μας ποσότητα φυσικού αερίου που κάλυπτε αποκλειστικά εθνικές ανάγκες», ενώ σήμερα «από τη χώρα μας περνούν 17 δισεκατομμύρια κυβικά φυσικού αερίου» καθιστώντας την «πάροχο ενεργειακής ασφάλειας των Βαλκανίων με προοπτική να φτάσει έως την Ουκρανία». Όπως είπε, «αντιλαμβάνεστε πόσο σημαντικός είναι ο ενεργειακός κόμβος της πατρίδας μας».
Σε ό,τι αφορά τη Γάζα, ο κ. Μητσοτάκης υπενθύμισε πως η Ελλάδα από την αρχή ζήτησε «κατάπαυση του πυρός και απελευθέρωση των ομήρων», επισημαίνοντας ότι «για την Ελλάδα η αναγνώριση ενός παλαιστινιακού κράτους είναι πάγια θέση, η οποία όμως θα έρθει στο τέλος της πολιτικής διαδικασίας που θα πρέπει να έχει και την αιγίδα του ΟΗΕ». Τόνισε ακόμη ότι «ενδυναμώνουμε τους δεσμούς μας με το Ισραήλ, ανεξάρτητα με το ποια κυβέρνηση κυβερνά τη συγκεκριμένη πολιτική σκηνή, αλλά ενδυναμώνουμε τους δεσμούς μας και με πολλές αραβικές χώρες».
Αναφερόμενος στη Μονή της Αγίας Αικατερίνης στο Σινά, υπογράμμισε ότι το θέμα «έγινε αντικείμενο εκμετάλλευσης». Όπως είπε, το ζήτημα των δικαιωμάτων της Μονής δεν είναι νέο και σήμερα υπάρχει «προκαταρκτική, κοινή κατανόηση των δύο πλευρών». Ο τελευταίος λόγος, όπως εξήγησε, ανήκει «στην Ιερά Σιναϊτική Αδελφότητα, που θα διασφαλίζει στο διηνεκές τον χαρακτήρα της Μονής». Διαβεβαίωσε ότι «απαγορεύεται οποιαδήποτε μετατροπή της Μονής ή άλλων λατρευτικών χώρων» και πως υπάρχει «μέριμνα για την παραμονή των μοναχών».
Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε επίσης στον καθορισμό δύο νέων θαλάσσιων πάρκων, επισημαίνοντας ότι η Ελλάδα «προχώρησε στην προστασία του περιβάλλοντος επιβεβαιώνοντας στην πράξη τη δικαιοδοσία της στις θαλάσσιες ζώνες». Πρόσθεσε πως «οι ανακοινώσεις έγιναν σε συνέχεια της ρύθμισης μιας εκκρεμότητας από το παρελθόν», αναφερόμενος «στον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό που αποτυπώνει τα ανώτατα όρια της υφαλοκρηπίδας» και διευκρίνισε ότι «ο χάρτης αυτός θα αναρτηθεί πολύ σύντομα στην ΕΕ». «Η χώρα μας και ξέρει και μπορεί να διασφαλίζει τα κυριαρχικά της δικαιώματα», υπογράμμισε, προσθέτοντας ότι η στάση αυτή «επιβεβαιώθηκε και με τη συμμετοχή μας στη διάσκεψη ειρήνης στην Αίγυπτο». Όπως είπε, «η Ελλάδα από την πρώτη στιγμή επέμεινε στην ανάγκη κατάπαυσης του πυρός ως πρώτο βήμα για την ειρήνη στην περιοχή» και «αυτό αποτέλεσε την προϋπόθεση ώστε η ειρήνη να γίνει εφαλτήριο επίλυσης του παλαιστινιακού».