Στο αποκορύφωμα των νομικών του προβλημάτων πέρυσι, ο Ντόναλντ Τραμπ είχε ισχυριστεί ότι τα διαθέσιμά του σε μετρητά εξαντλούνταν. Όπως είχε δηλώσει σε δικαστικό έγγραφο, αν η ποινή των 500 εκατομμυρίων δολαρίων δεν μειωνόταν περίπου στα 100 εκατομμύρια, δεν θα είχε άλλη επιλογή πέρα από την πώληση των ακινήτων που του απέμειναν.
Λίγους μήνες αργότερα, μετά την επανεκλογή του στην προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών, ο Τραμπ είδε μια θεαματική ανατροπή στην οικονομική και πολιτική του πορεία. Ενώ οι προηγούμενοι πρόεδροι συνήθως υπέστησαν οικονομικές απώλειες, ο ίδιος πλούτισε σημαντικά, καθώς οι οικογενειακές του επιχειρήσεις υπέγραψαν νέες συμφωνίες στις ΗΠΑ και το εξωτερικό, χωρίς εμφανή ανησυχία για πιθανές συγκρούσεις συμφερόντων.
Ο πρόεδρος αποκόμισε εκατομμύρια δολάρια από την πώληση προϊόντων με το όνομά του – από Βίβλους, κολόνιες και αθλητικά παπούτσια έως υπογεγραμμένες κιθάρες. Παράλληλα, απέσπασε δεκάδες εκατομμύρια από μέσα ενημέρωσης και εταιρείες κοινωνικής δικτύωσης που προτίμησαν να διευθετήσουν αγωγές του εκτός δικαστηρίων. Η σύζυγός του, Μελάνια Τραμπ, υπέγραψε συμφωνία 40 εκατομμυρίων δολαρίων με την Amazon για ντοκιμαντέρ, υπερβαίνοντας κατά πολύ τα συνήθη ποσά του κλάδου.
Η καρδιά, ωστόσο, του νέου του πλούτου είναι η ραγδαία αναπτυσσόμενη αυτοκρατορία κρυπτονομισμάτων που έχει οικοδομήσει ο ίδιος και η οικογένειά του. Σύμφωνα με έρευνα των Financial Times, οι δραστηριότητες αυτές απέφεραν πάνω από 1 δισ. δολάρια σε κέρδη προ φόρων τον τελευταίο χρόνο, αποτέλεσμα και της έκρηξης των τιμών των ψηφιακών νομισμάτων, ενισχυμένης από τις ευνοϊκές κυβερνητικές πολιτικές του Τραμπ.
Οι υπολογισμοί αυτοί περιλαμβάνουν μόνο τα πραγματοποιημένα κέρδη, ενώ η συνολική του περιουσία έχει αυξηθεί κατά πολλά δισεκατομμύρια, κυρίως χάρη στο μερίδιό του στην Trump Media & Technology Group, μητρική της Truth Social, και σε εταιρεία διαχείρισης bitcoin. Η αξία αυτού του μεριδίου εκτιμάται πλέον στα 1,9 δισ. δολάρια. Ο Έρικ Τραμπ, απαντώντας στους FT, είπε ότι το πραγματικό ποσό είναι «πιθανώς μεγαλύτερο».
Η κρυπτοαυτοκρατορία των Τραμπ στηρίζεται σε δίκτυο αδιαφανών εταιρειών, που δραστηριοποιούνται σε μεγάλο βαθμό εκτός ρυθμιστικού πλαισίου: ψηφιακές κάρτες συναλλαγών, memecoins, stablecoins, tokens και μια αποκεντρωμένη πλατφόρμα χρηματοδότησης, όλες προωθούμενες ως στενά συνδεδεμένες με την οικογένεια του προέδρου. Αυτές οι επιχειρήσεις έχουν προσελκύσει τεράστια κεφάλαια από ξένους δισεκατομμυριούχους, κρατικές οντότητες και τουλάχιστον ένα άτομο που είχε βρεθεί στο στόχαστρο αμερικανικών αρχών.
Ο Τραμπ, τηρώντας την υπόσχεσή του να γίνει ο «πρώτος πρόεδρος των κρυπτονομισμάτων», έχει προωθήσει τη δημιουργία εθνικού αποθεματικού bitcoin και έχει τοποθετήσει φιλικά προσκείμενα στελέχη σε ρυθμιστικές αρχές των ΗΠΑ. Από την ανάληψη των καθηκόντων του, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (SEC) έχει παγώσει τις έρευνες σε μεγάλες εταιρείες κρυπτονομισμάτων, ενώ το bitcoin έχει αγγίξει διαδοχικά ιστορικά υψηλά.
«Θα την αναπτύξουμε ακόμη περισσότερο. Περισσότερο απ’ ό,τι περιμένουν οι άνθρωποι», δήλωσε το καλοκαίρι ο Τραμπ για τη βιομηχανία των κρυπτονομισμάτων.
Σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, κατά την πρώτη του θητεία ο Τραμπ ήταν ο μόνος πρόεδρος που έχασε χρήματα όσο βρισκόταν στην εξουσία. Ο εκπρόσωπος Kush Desai δήλωσε: «Ο Πρόεδρος Τραμπ είχε ήδη χτίσει μια επιχειρηματική αυτοκρατορία πριν μπει στην πολιτική. Το μόνο του κίνητρο ήταν να σώσει τη χώρα και τον λαό της».
Ωστόσο, πολλοί παρατηρητές θεωρούν ότι η σύνδεση των επιχειρηματικών και πολιτικών συμφερόντων του Τραμπ είναι πρωτοφανής. Ο Ρίτσαρντ Πέιντερ, πρώην επικεφαλής δεοντολογίας του Λευκού Οίκου επί Τζορτζ Μπους, σχολίασε πως «κανένας πρόεδρος μετά τον Εμφύλιο δεν είχε τέτοια σύγκρουση συμφερόντων» και κάλεσε τον Τραμπ να εκποιήσει τις επίμαχες συμμετοχές του.
Παρότι ο Τραμπ είχε απορρίψει αρχικά τα κρυπτονομίσματα ως «βασισμένα στο πουθενά» και το bitcoin ως «απάτη», άλλαξε στάση κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του 2024, όταν υποστήριξε ότι οι επιχειρήσεις του αποκλείστηκαν από την τραπεζική χρηματοδότηση για πολιτικούς λόγους. Όπως δήλωσε ο Έρικ Τραμπ, «στοχοποιηθήκαμε και έπρεπε να βρούμε εναλλακτικές λύσεις».
Κατά την εκστρατεία του, ο Τραμπ δεσμεύτηκε να τερματίσει τη “σταυροφορία κατά των κρυπτονομισμάτων” της κυβέρνησης Μπάιντεν και να δημιουργήσει εθνικό αποθεματικό bitcoin. Στο συνέδριο κρυπτονομισμάτων του 2024 είχε πει: «Οι κανόνες θα γραφτούν από ανθρώπους που αγαπούν τον κλάδο σας, όχι από αυτούς που τον μισούν».
Η επιστροφή του στον Λευκό Οίκο σηματοδότησε ριζική στροφή της πολιτικής των ΗΠΑ: παραιτήθηκε ο πρόεδρος της SEC Γκάρι Γκένσλερ, διορίστηκε ο Πολ Άτκινς, υπέρμαχος των κρυπτονομισμάτων, και αποσύρθηκαν ή διευθετήθηκαν υποθέσεις με μεγάλες εταιρείες όπως Coinbase, Ripple Labs και Consensys.
Ο Τραμπ προώθησε επίσης διάταγμα που επιτρέπει στους Αμερικανούς να επενδύουν μέρος των συντάξεών τους σε κρυπτονομίσματα και να καταργούνται περιορισμοί στις τράπεζες. Επιπλέον, έδωσε χάρη στον δημιουργό του Silk Road, Ross Ulbricht, και σε πρώην υπαλλήλους του BitMEX, γεγονός που χαιρετίστηκε από τη βιομηχανία.
Η τιμή του bitcoin και άλλων tokens εκτοξεύθηκε, ενώ οι εταιρείες του Τραμπ εκμεταλλεύτηκαν την ευνοϊκή συγκυρία, λανσάροντας memecoins και stablecoins με τεράστια κέρδη. Τα tokens $TRUMP και $MELANIA απέφεραν εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια, ενώ η World Liberty Financial, εταιρεία των γιων του Τραμπ, κέρδισε πάνω από 550 εκατομμύρια δολάρια από το token WLFI και 2,7 δισ. δολάρια από την πώληση του stablecoin USD1.
Οι περισσότερες από τις επιχειρήσεις αυτές ανήκουν σε ανακλητό οικογενειακό καταπίστευμα που διαχειρίζεται ο Ντόναλντ Τραμπ Τζούνιορ, χωρίς όμως να είναι «τυφλό» όπως συνηθίζεται για την αποφυγή σύγκρουσης συμφερόντων.
Παρά τη διόγκωση των περιουσιακών του στοιχείων, οι αντιδράσεις παραμένουν περιορισμένες, κυρίως από Δημοκρατικούς και οργανώσεις δεοντολογίας. Δημοσκόπηση των FT έδειξε ότι πάνω από τους μισούς υποστηρικτές του πιστεύουν πως έχει κερδίσει λιγότερα από 100 εκατομμύρια δολάρια κατά τη διάρκεια της θητείας του, ενώ το ένα τρίτο θεωρεί ότι δεν έχει ωφεληθεί καθόλου από την προεδρία του.
