Βίαια επεισόδια σημειώθηκαν το Σάββατο (15/11) στην πρωτεύουσα του Μεξικού, στη διάρκεια διαδήλωσης κατά της εγκληματικότητας και της κυβερνητικής πολιτικής για την ασφάλεια, με αποτέλεσμα να τραυματιστούν περίπου 100 αστυνομικοί και 20 διαδηλωτές.
Η διαδήλωση οργανώθηκε σε διάφορες πόλεις από το «Κίνημα του Σομπρέρο» – που είχε ιδρυθεί από τον πρόσφατα δολοφονημένο δήμαρχο της Ουρουαπάν, Κάρλος Μάνσο, γνωστό για τη στάση του απέναντι στο οργανωμένο έγκλημα – καθώς και από ομάδες νεολαίας.
Όταν οι διαδηλωτές έφτασαν έξω από το προεδρικό μέγαρο, ομάδα κουκουλοφόρων έριξε τα μεταλλικά οδοφράγματα που είχε τοποθετήσει η αστυνομία και εξαπέλυσε επιθέσεις με πέτρες κατά των δυνάμεων ασφαλείας. Η αστυνομία απάντησε κάνοντας χρήση δακρυγόνων για να διαλύσει το πλήθος.
Οι αρχές διέταξαν έρευνα μετά από καταγγελία ότι αστυνομικοί άσκησαν βία σε βάρος δημοσιογράφου της εφημερίδας La Jornada.
Πολλοί από τους συγκεντρωμένους φορούσαν σομπρέρο παρόμοια με αυτά που φορούσε ο Κάρλος Μάνσο, ο οποίος δολοφονήθηκε την 1η Νοεμβρίου στην πολιτεία Μιτσοακάν, όπου είχε ξεχωρίσει για τις προσπάθειές του να περιορίσει την εγκληματικότητα. Ανάμεσα στα πανό που κρατούσαν οι διαδηλωτές εμφανίστηκαν και αυτά με το μήνυμα «Είμαστε όλοι Κάρλος Μάνσο», δίπλα στην πειρατική σημαία της ιαπωνικής σειράς «One Piece», που έχει μετατραπεί σε διεθνές σύμβολο νεανικών κινητοποιήσεων από τη Μαδαγασκάρη μέχρι τις Φιλιππίνες και το Περού.
«Αυτή είναι μια από τις πιο διεφθαρμένες κυβερνήσεις που είχαμε ποτέ», ανέφερε στο AFP η Βαλεντίνα Ραμίρες. «Είναι μια διεφθαρμένη ναρκοκυβέρνηση που θέλει να υπερασπιστεί τους διεφθαρμένους και τα καρτέλ αντί για τον λαό», δήλωσε η φοιτήτρια που συμμετείχε στη διαδήλωση.
Πρόσφατα, η πρόεδρος του Μεξικού Κλαούντια Σέινμπαουμ άσκησε κριτική στις εκκλήσεις για μαζική συμμετοχή, υποστηρίζοντας ότι οι κινητοποιήσεις χρηματοδοτούνται από εξωτερικά κέντρα με στόχο την υπονόμευση της κυβέρνησης. Η Σέινμπαουμ, που ανέλαβε καθήκοντα την 1η Οκτωβρίου 2024, εξακολουθεί να διατηρεί υψηλά ποσοστά δημοτικότητας, πάνω από 70%, όμως η πολιτική της στο πεδίο της ασφάλειας έχει δεχθεί έντονη αμφισβήτηση μετά τη δολοφονία πολλών αξιωματούχων, ιδιαίτερα στην πολιτεία Μιτσοακάν.
