Στη φυλακή οδηγήθηκαν τέσσερις καταδικασθέντες, μετά την απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης, το οποίο τους επέβαλε πολυετείς ποινές κάθειρξης για διακίνηση και εμπορία λαθραίων τσιγάρων στη Βόρεια Ελλάδα. Η υπόθεση είχε αποκαλυφθεί το 2019, ενώ οι απώλειες από διαφυγόντες δασμούς για το ελληνικό Δημόσιο υπολογίζονται σε περισσότερα από 4 εκατομμύρια ευρώ.
Συνολικά στο εδώλιο παραπέμφθηκαν 25 άτομα, από τα οποία οι 23 κρίθηκαν ένοχα χωρίς να τους αναγνωριστούν ελαφρυντικά. Εκτός από τους τέσσερις που οδηγήθηκαν στη φυλακή, με ποινές κάθειρξης από 8 έως 12 χρόνια, το δικαστήριο επέβαλε στους υπόλοιπους καταδικασθέντες ποινές που, κατά περίπτωση, κυμαίνονται από φυλάκιση με αναστολή έως κάθειρξη. Σε ορισμένες περιπτώσεις αποφασίστηκε η αποφυλάκισή τους ενόψει της εκδίκασης της υπόθεσης σε δεύτερο βαθμό, υπό τον όρο καταβολής χρηματικής εγγύησης.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, η δράση της οργάνωσης περιελάμβανε τη μεταφορά παράνομων φορτίων μέσω μεταφορικής εταιρείας. Τα λαθραία τσιγάρα αποθηκεύονταν σε συγκεκριμένο χώρο, από τον οποίο στη συνέχεια διοχετεύονταν σε διάφορες πόλεις της Βόρειας Ελλάδας, ενώ διατίθεντο προς πώληση σε λαϊκές αγορές, σε κεντρικούς δρόμους με αυξημένη κίνηση και σε άλλα σημεία. Ανάμεσα στους καταδικασθέντες περιλαμβάνεται και ιδιοκτήτης μεταφορικής εταιρείας.
Όπως προέκυψε από την ίδια δικογραφία, τα εμπλεκόμενα πρόσωπα χρησιμοποιούσαν κωδικοποιημένη ορολογία στις μεταξύ τους επικοινωνίες. Ενδεικτικά, αποκαλούσαν «λάχανα» τα χρήματα, «μαντρί» την αποθήκη και «καρότσι» το αυτοκίνητο, ενώ τα τσιγάρα, ανάλογα με τη συσκευασία και τα χαρακτηριστικά τους, αναφέρονταν ως «καμήλες», «καουμπόηδες» και άλλους αντίστοιχους όρους.
