Με μαύρα μπαλόνια και πανό στην είσοδο της αίθουσας, οι οικογένειες των 104 νεκρών και των υπολοίπων πληγέντων από την καταστροφική πυρκαγιά στην Ανατολική Αττική το καλοκαίρι του 2018, περίμεναν την ετυμηγορία του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων.
Στην έναρξη της συνεδρίασης του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, αστυνομικοί αφαίρεσαν δύο ανθοδέσμες με λευκά τριαντάφυλλα που είχαν τοποθετηθεί σε καθίσματα, προκαλώντας την αγανάκτηση των παρευρισκομένων, οι οποίοι φώναξαν: «Τα λουλούδια δεν είναι για εσάς και για κανέναν άλλο, είναι για τους νεκρούς!!». Τελικά, τα τριαντάφυλλα μοιράστηκαν σε συγγενείς και επιζώντες που παρευρίσκονταν για να ακούσουν την απόφαση.
Στη δίκη παρίσταντο 15 κατηγορούμενοι, ενώ έξι εκπροσωπήθηκαν από τους δικηγόρους τους.
Το δικαστήριο έκρινε ενόχους δέκα από τους συνολικά 21 κατηγορούμενους, διαπιστώνοντας ότι είτε με τις πράξεις είτε με τις παραλείψεις τους συνέβαλαν, λόγω των θέσεων ευθύνης που κατείχαν, στο να σημειωθεί το τραγικό συμβάν, με πάνω από εκατό νεκρούς και πολυάριθμους τραυματίες που βρέθηκαν αβοήθητοι ανάμεσα στις φλόγες. Οι καταδικασθέντες κρίθηκαν ένοχοι για πλημμελήματα όπως ανθρωποκτονία από αμέλεια, σωματική βλάβη από αμέλεια και άλλα.
Αναλυτικά, ένοχοι κρίθηκαν:
Ο τότε αρχηγός της Πυροσβεστικής Σωτήρης Τερζούδης για δύο αδικήματα (ανθρωποκτονία και σωματική βλάβη από αμέλεια),
Ο τότε υπαρχηγός επιχειρήσεων Βασίλης Ματθαιόπουλος για δύο πράξεις (ανθρωποκτονία και σωματική βλάβη από αμέλεια),
Ο Ιωάννης Φωστιέρης, τότε επικεφαλής του ΕΣΚΕ, για δύο πράξεις (ανθρωποκτονία και σωματική βλάβη από αμέλεια),
Ο Χρήστος Γκολφίνος, επικεφαλής του αριθμού έκτακτης ανάγκης 199 της Πυροσβεστικής, για δύο πράξεις,
Ο Φίλιππος Παντελεάκος, τότε επικεφαλής του Κέντρου Επιχειρήσεων Πολιτικής Προστασίας, για δύο πράξεις,
Ο Δαμιανός Παπαδόπουλος, διοικητής Πυροσβεστικής στη Νέα Μάκρη, για δύο πράξεις,
Ο Νικόλαος Παναγιωτόπουλος, επικεφαλής των Πυροσβεστικών Υπηρεσιών Αθηνών, για δύο πράξεις,
Ο Χαράλαμπος Χιώνης, διοικητής Πυροσβεστικών Υπηρεσιών Ανατολικής Αττικής, για δύο πράξεις,
Ο Ιωάννης Καπάκης, γενικός γραμματέας Πολιτικής Προστασίας, για δύο πράξεις,
Ο Κωνσταντίνος Αγγελόπουλος, ο κάτοικος από τον οποίο ξεκίνησε η φωτιά, για μία πράξη (εμπρησμός).
«Δεν προέκυψε ο ενδεχόμενος δόλος για να μπορέσει να δομηθεί το αδίκημα της έκθεσης σε βαθμό κακουργήματος. Κατόπιν αυτών το δικαστήριο αποσύρεται για την αποχώρηση των αθωωθέντων», ανέφερε η πρόεδρος ολοκληρώνοντας την ανακοίνωση της απόφασης. Το ακροατήριο αντέδρασε με έντονες αποδοκιμασίες και ύβρεις προς τους κατηγορούμενους και τη σύνθεση του δικαστηρίου.
Το δικαστήριο αποφάσισε την απαλλαγή των υπολοίπων έντεκα κατηγορουμένων, δηλαδή:
Η τότε περιφερειάρχης Αττικής Ρένα Δούρου,
Ο πρώην δήμαρχος Μαραθώνα Ηλίας Ψινάκης,
Οι Αντώνης Παλαπατζής, Βάιος Θανασιάς και Δημήτρης Στεργίου Καψάλης (στελέχη της τοπικής αυτοδιοίκησης),
Ο Χρήστος Λάμπρης, διευθυντής πυρόσβεσης και διάσωσης,
Ο Χρήστος Δροσόπουλος, κυβερνήτης του πλοίου ΦΛΟΓΑ,
Ο Γεώργιος Πορτοζουδης, διοικητής της ΥΕΜΣ,
Ο Στέφανος Κολοκούρης, τότε επικεφαλής της ΕΜΑΚ,
Ο Χαράλαμπος Συρογιάννης, πρώην υποδιοικητής εναέριων της ΕΛ.ΑΣ.,
Ο Ευάγγελος Μπουρνούς, τότε δήμαρχος Ραφήνας.
Στην εισαγγελική αγόρευση, η οποία είχε διάρκεια δύο συνεδριάσεων, προτάθηκε να καταδικαστούν 12 άτομα, μεταξύ αυτών και οι Σωτήρης Τερζούδης, Βασίλης Ματθαιόπουλος, Ιωάννης Φωστιέρης, Χρήστος Γκολφίνος, αλλά και οι Ρένα Δούρου και Ευάγγελος Μπουρνούς. Για τους υπόλοιπους εννέα ζητήθηκε απαλλαγή.
Η εισαγγελέας είχε αναφέρει χαρακτηριστικά: «Οργανωμένη απομάκρυνση όταν δεν υπάρχει ασφάλεια δε γίνεται. Σου λέει μείνε σπίτι σου όταν η φωτιά είναι απέξω. Όμως όταν η φωτιά έρχεται από 3,4,5 χιλιόμετρα μακριά εκεί οφείλει να γίνει απομάκρυνση».
Οι δέκα καταδικασθέντες ζήτησαν την αναγνώριση ελαφρυντικών, με την αίθουσα να φορτίζεται συναισθηματικά από τις αντιδράσεις των συγγενών.
«Εμείς όταν καιγόμασταν τι ελαφρυντικά είχαμε;», «Δεν έχουν ξανασκοτώσει 120 και δικαιούνται ελαφρυντικά…», ήταν μερικά από όσα ακούστηκαν.
Οι υπερασπιστές επικαλέστηκαν, ανάλογα με την περίπτωση, παράγοντες όπως ο έντιμος βίος, η καλή συμπεριφορά μετά την πράξη και η καθυστέρηση της διαδικασίας χωρίς υπαιτιότητα των κατηγορουμένων.
«Θα πάτε στα σπίτια σας κύριοι δικαστές…. Τι θα πείτε όταν θα γυρίσετε στα σπίτια σας;», φώναξε συγγενής θύματος.
«Η διαδικασία πρέπει να συνεχιστεί όμως.. με τις φωνές δεν μπορεί..», αντέτεινε η πρόεδρος.
Από το ακροατήριο ακούστηκε επίσης: «Πιστεύω ότι είστε μητέρες…».
Η ατμόσφαιρα ήταν τεταμένη καθ’ όλη τη διάρκεια, με το δικαστήριο να διακόπτει τελικά για την επόμενη ημέρα, μετά την αγόρευση συνηγόρου υπεράσπισης που μίλησε για «λαϊκά δικαστήρια», προκαλώντας την αντίδραση με το σχόλιο: «Αν ήταν λαϊκό δικαστήριο θα είχες καεί».
Έξω από το Εφετείο Αθηνών, συγγενείς και θύματα άφησαν ελεύθερα στον αέρα τα μαύρα μπαλόνια που είχαν φέρει, φωνάζοντας «Αθάνατοι».