Ο Έντουαρντ Ζακζέφσκι, 60 ετών, εκτελέστηκε το απόγευμα της Πέμπτης στις φυλακές της Φλόριντα, για τον τριπλό φόνο της συζύγου και των δύο παιδιών του το 1994. Η εκτέλεση, που πραγματοποιήθηκε στις 6:12 μ.μ. τοπική ώρα κοντά στην πόλη Σταρκ, αποτελεί την ένατη που γίνεται στη Φλόριντα μέσα στο 2025, αριθμός που συνιστά ετήσιο ρεκόρ από την επαναφορά της θανατικής ποινής το 1976.
Ο Ζακζέφσκι είχε καταδικαστεί για τις δολοφονίες της 34χρονης συζύγου του, Σύλβια, καθώς και των δύο παιδιών τους, Έντουαρντ (7 ετών) και Άννα (5 ετών), στις 9 Ιουνίου 1994. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, επιτέθηκε πρώτα στη σύζυγό του με λοστό και στη συνέχεια τη στραγγάλισε με σχοινί, ενώ τα δύο παιδιά δολοφονήθηκαν με μαχαίρι τύπου ματσέτα. Όταν διαπίστωσε ότι η σύζυγός του ήταν ακόμη ζωντανή, την τραυμάτισε ξανά με τη λεπίδα.
Η επιβολή της θανατικής ποινής βασίστηκε σε πλειοψηφία 7 προς 5 των ενόρκων, μια αναλογία που δεν πληροί πλέον τις απαιτήσεις της ισχύουσας νομοθεσίας της Φλόριντα, η οποία πλέον ορίζει πως η απόφαση για θανατική ποινή πρέπει να είναι ομόφωνη.
Λίγο πριν την εκτέλεσή του, ο Ζακζέφσκι ευχαρίστησε τον λαό της Φλόριντα για τη «καθαρή και ανθρώπινη» διαδικασία, και απήγγειλε ένα ποίημα. Είχε έναν επισκέπτη την τελευταία του ημέρα, ενώ το τελευταίο του γεύμα περιλάμβανε χοιρινές μπριζόλες, ριζόμπιρα και παγωτό.
Αντιδράσεις προκάλεσε η εκτέλεση από οργανώσεις που αντιτίθενται στη θανατική ποινή, οι οποίες υπενθύμισαν τη στρατιωτική του θητεία στην Πολεμική Αεροπορία και τόνισαν πως, βάσει των σημερινών νομικών προϋποθέσεων, δεν θα είχε καταδικαστεί σε θάνατο.