Τα ακρωτηριασμένα σώματα 32 ανθρώπων εντοπίστηκαν την περασμένη εβδομάδα μέσα σε εγκαταλελειμμένο οίκημα στην πολιτεία Γουαναχουάτο, στο κεντρικό Μεξικό, όπως γνωστοποίησε τη Δευτέρα η τοπική εισαγγελία. Η περιοχή συνεχίζει να δοκιμάζεται από αδιάκοπη και σφοδρή εγκληματικότητα, με τη βία να είναι καθημερινό φαινόμενο.
Τα ανθρώπινα λείψανα βρέθηκαν τοποθετημένα μέσα σε πλαστικές σακούλες κατά τη διάρκεια ερευνών σε οίκημα στην πόλη Ιραπουάτο, στο πλαίσιο επιχείρησης για τον εντοπισμό αγνοουμένων. Σύμφωνα με την ανακοίνωση των αρχών, έχουν μέχρι στιγμής ταυτοποιηθεί 15 από τα θύματα.
Η εισαγγελία σημείωσε πως τα ευρήματα περιλάμβαναν «διαμελισμένα και ανακατεμένα» μέλη από διαφορετικά σώματα, ενώ η διαδικασία ταυτοποίησης των υπόλοιπων σορών συνεχίζεται.
Τον περασμένο Μάιο, 17 ακόμη πτώματα είχαν βρεθεί σε άλλο εγκαταλελειμμένο ακίνητο στην ίδια πόλη, σε προχωρημένο στάδιο αποσύνθεσης, όπως ανέφεραν τότε οι εισαγγελικές αρχές.
Κατά το 2024, η Γουαναχουάτο ανέλαβε τον πιο βαρύ φόρο αίματος από όλες τις πολιτείες του Μεξικού, καθώς καταγράφηκαν 3.151 ανθρωποκτονίες – αριθμός που αντιστοιχεί στο 10,5% του συνολικού εθνικού απολογισμού. Παράλληλα, περισσότεροι από 3.600 κάτοικοι της περιοχής κηρύχθηκαν αγνοούμενοι.
Παρά την ισχυρή παρουσία βιομηχανικών μονάδων, την πολιτιστική της κληρονομιά και τη δραστηριότητα στον τουριστικό τομέα, η Γουαναχουάτο έχει μετατραπεί τα τελευταία χρόνια σε εμπόλεμη ζώνη, με δύο αντίπαλες εγκληματικές οργανώσεις να συγκρούονται ανελέητα: το καρτέλ Νέα Γενιά της Χαλίσκο (CJNG), το οποίο έχει συμπεριληφθεί στη λίστα των «τρομοκρατικών οργανώσεων» από την κυβέρνηση των ΗΠΑ επί προεδρίας Ντόναλντ Τραμπ, και το τοπικό καρτέλ Σάντα Ρόσα δε Λίμα (CSRL).
Το Μεξικό συνολικά αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα με την αναγνώριση των νεκρών. Σύμφωνα με εκτιμήσεις που είχαν δοθεί στη δημοσιότητα τον Σεπτέμβριο του 2024, τα μη αναγνωρισμένα πτώματα στα νεκροτομεία της χώρας ξεπερνούν τις 50.000, με ορισμένες πηγές να ανεβάζουν τον αριθμό έως και τις 72.000.