Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκονται οι εκλογές στη Γροιλανδία, μια ημέρα που πολλοί κάτοικοι θεωρούν ως μια ιστορική ευκαιρία για να απελευθερωθεί η χώρα από την κυριαρχία της Δανίας. Την ίδια στιγμή, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, έχει προσφερθεί να επενδύσει δισεκατομμύρια δολάρια εάν η Γροιλανδία ενταχθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η εκλογή των 31 βουλευτών του κοινοβουλίου ενδέχεται να ενισχύσει την επιρροή των ΗΠΑ στη Γροιλανδία, ένα αραιοκατοικημένο νησί που βρίσκεται στο επίκεντρο μιας γεωπολιτικής κούρσας για την κυριαρχία στην Αρκτική. Η υπερθέρμανση του πλανήτη έχει λιώσει τους πάγους, κάνοντάς τους πόρους του νησιού πιο προσιτούς και ανοίγοντας νέους ναυτιλιακούς δρόμους, γεγονός που έχει προκαλέσει την αύξηση της στρατιωτικής δραστηριότητας στην περιοχή από την Κίνα και τη Ρωσία, με τις ΗΠΑ να προσπαθούν να συμβαδίσουν.
Η Γροιλανδία είναι τριπλάσια από το Τέξας, αλλά έχει πληθυσμό μόλις 57.000 κατοίκους. Από το 1953 ανήκει στην επικράτεια της Δανίας και το νησί απέκτησε περιορισμένη αυτονομία το 1979, ενώ η Κοπεγχάγη συνεχίζει να ελέγχει τις εξωτερικές υποθέσεις, την άμυνα και τη νομισματική πολιτική, προσφέροντας λιγότερο από 1 δισ. δολάρια ετησίως στην οικονομία της. Το 2009 η τοπική κυβέρνηση απέκτησε μεγαλύτερη αυτονομία, έχοντας το δικαίωμα να προχωρήσει σε δημοψήφισμα για την πλήρη ανεξαρτησία, κάτι που δεν πραγματοποιήθηκε εξαιτίας του φόβου ότι το βιοτικό επίπεδο θα μειωνόταν χωρίς την οικονομική υποστήριξη της Δανίας.
Η Γροιλανδία διαθέτει πλούσιους φυσικούς πόρους, όπως τις σπάνιες γαίες που χρησιμοποιούνται σε βιομηχανίες υψηλής τεχνολογίας, αλλά η εκμετάλλευσή τους καθυστέρησε λόγω περιβαλλοντικών ανησυχιών και των σφοδρών καιρικών φαινομένων, ενώ ο κλάδος ελέγχεται σχεδόν εξ ολοκλήρου από την Κίνα.
Το αποτέλεσμα των εκλογών είναι αβέβαιο, καθώς δεν υπάρχουν πρόσφατες δημοσκοπήσεις ή exit poll. Ωστόσο, μια δημοσκόπηση του Ιανουαρίου έδειξε ότι η πλειοψηφία των Γροιλανδών υποστηρίζει την ανεξαρτησία, αν και υπάρχουν διαφωνίες για το πότε και πώς θα μπορούσε να επιτευχθεί αυτή. Από τότε που ανέλαβε την εξουσία τον Ιανουάριο, ο Τραμπ έχει εκφράσει αρκετές φορές το ενδιαφέρον του για την απόκτηση της Γροιλανδίας, θεωρώντας το νησί στρατηγικής σημασίας για τα συμφέροντα ασφαλείας των ΗΠΑ.
Αρχικά δεν απέκλεισε τη στρατιωτική επέμβαση, κάτι που ανησύχησε τους Γροιλανδούς, αλλά αργότερα άλλαξε στάση, δηλώνοντας ότι θα σεβόταν τη βούληση των κατοίκων και ότι ήταν «έτοιμος να επενδύσει δισεκατομμύρια δολάρια» εάν το νησί ενταχθεί στις ΗΠΑ. Ο πρωθυπουργός της Γροιλανδίας, Mute Egede, απέρριψε την προσφορά του Τραμπ ως προσβλητική και δήλωσε ότι η Γροιλανδία δεν είναι προς πώληση, επισημαίνοντας τη σημασία της συνεργασίας με άλλες χώρες.
Η προσφορά του Τραμπ έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στη Γροιλανδία, με το ζήτημα της ανεξαρτησίας να αποκτά ακόμα μεγαλύτερη διάσταση λόγω της αυξανόμενης υπερηφάνειας των Ινουίτ για την πολιτιστική τους κληρονομιά. Και τα έξι βασικά κόμματα υποστηρίζουν την ανεξαρτησία, αν και υπάρχουν διαφορές ως προς το χρονοδιάγραμμα και τις λεπτομέρειες του τρόπου που θα μπορούσε να επιτευχθεί.
Το κόμμα Naleraq, το μεγαλύτερο της αντιπολίτευσης, έχει κερδίσει δυναμική ενόψει των εκλογών, με το ενδιαφέρον των ΗΠΑ να ενισχύει τη θέση της Γροιλανδίας στις διαπραγματεύσεις για την απόσχιση από τη Δανία. Το κόμμα επιθυμεί να φέρει σε ψηφοφορία μια συμφωνία με την Κοπεγχάγη πριν από τις επόμενες εκλογές, σε τέσσερα χρόνια.
Η πλειονότητα των Γροιλανδών υποστηρίζει την ανεξαρτησία, αλλά ανησυχούν ότι μια γρήγορη μετάβαση θα μπορούσε να βλάψει την οικονομία και να αφαιρέσει υπηρεσίες πρόνοιας όπως η καθολική υγειονομική περίθαλψη και η δωρεάν εκπαίδευση. Η Γροιλανδία εξαρτάται από τη Δανία για περίπου το ήμισυ του κρατικού προϋπολογισμού της.