Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δημοσίευσε πρόσφατα την ετήσια έκθεσή του για την Ελλάδα, η οποία βρίθει προτάσεων ενίσχυσης της συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας. Και ενώ, εκ πρώτης όψεως, κάθε μέτρο που αφορά την αύξηση της γυναικείας απασχόλησης ακούγεται θετικό, η μονομερής στόχευση αυτών των πολιτικών προκαλεί έντονο προβληματισμό — και κυρίως εύλογα ερωτήματα.
Σύμφωνα με την ίδια την έκθεση του ΔΝΤ, οι γυναίκες στην Ελλάδα -παρά το γεγονός ότι αποτελούν την πλειοψηφία των πτυχιούχων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης- έχουν 4 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερη ανεργία από τους άνδρες. Δεν πρόκειται για υποψία ή εκτίμηση· πρόκειται για καταγεγραμμένο στατιστικό δεδομένο. Το ίδιο το ΔΝΤ παραδέχεται ότι το ποσοστό των γυναικών με πτυχίο είναι μεγαλύτερο από αυτό των ανδρών — και μάλιστα ότι ο αριθμός των ανέργων με πτυχίο είναι υψηλότερος στις γυναίκες. Αντί, λοιπόν, να τεθούν ερωτήματα για τη δομή της αγοράς και το περιεχόμενο των σπουδών, προτείνεται επιδοτούμενη κατάρτιση των… ήδη καταρτισμένων!
Ακόμη πιο εντυπωσιακή είναι η ερμηνεία της χαμηλής συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας. Το ΔΝΤ σημειώνει ότι πολλές γυναίκες απέχουν λόγω οικογενειακών υποχρεώσεων. Εν τούτοις πρόκειται για προσωπική απόφαση – όχι για εμπόδιο. Είναι επιλογή μιας μητέρας να μείνει στο σπίτι για να μεγαλώσει τα παιδιά της, όπως είναι επιλογή ενός πατέρα να δουλεύει περισσότερες ώρες για να στηρίξει την οικογένεια. Το να μετατρέπεται μια συνειδητή στάση ζωής σε «πρόβλημα» που πρέπει να λυθεί με κρατική παρέμβαση είναι τουλάχιστον αυταρχικό -αν όχι προπαγανδιστικό.
Απαίτηση για φεμινιστική πολιτική
Οι τελικές προτάσεις του ΔΝΤ, ανάμεσα σε άλλα, είναι η δημιουργία ειδικών προγραμμάτων κατάρτισης μόνο για γυναίκες, η βελτίωση γονικών αδειών με έμφαση στην επέκτασή τους και στους αυτοαπασχολούμενους, η ενθάρρυνση μεγαλύτερης συμμετοχής των πατέρων στη φροντίδα των παιδιών (η οποία δεν βλέπει στήριξη αλλά μόνο… “ενθάρρυνση”), αναβάθμιση του συστήματος δια βίου μάθησης, με ιδιαίτερη έμφαση στις γυναίκες και σε δεξιότητες αιχμής, επιδοτούμενους βρεφονηπιακούς σταθμούς.
Ανάμεσα στις προτάσεις, αίσθηση προκαλεί η “ευέλικτη απασχόληση” σε ωράρια και χώρο εργασίας που προτείνεται για τις γυναίκες. Μια πρόταση που υπονοεί ότι -με σκοπό να μπορεί να προσαρμοστεί καλύτερα στις οικογενειακές υποχρεώσεις- θα πρέπει να δίνεται το δικαίωμα στις γυναίκες να μπορούν να εργάζονται εξ αποστάσεως (δηλαδή από το σπίτι τους) και τις ώρες που προτιμάνε οι ίδιες!
Η φεμινιστική πολιτική που προτείνει, όμως, το ΔΝΤ δεν σταματάει εκεί. Προτείνει μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης, όχι όμως για όλα τα νοικοκυριά. Συγκεκριμένα, προτείνει μείωση φορολογίας για τον δεύτερο εργαζόμενο στα νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα, όπου συνήθως είναι γυναίκα και μείωση φορολογίας για νοικοκυριά με πολύ χαμηλό εισόδημα και παιδιά, όπου συνήθως είναι μονογονεϊκές οικογένειες.
Επιπλέον, η πλήρης κάλυψη των ασφαλιστικών εισφορών από το κράτος για ένα μέρος του μισθού που φτάνει τα 627 ευρώ προτείνεται ως εναλλακτικό κίνητρο ώστε οι γυναίκες που λαμβάνουν το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα να στραφούν προς την εργασία. Ουσιαστικά, αυτό σημαίνει ότι γυναίκες που δεν εργάζονται και στηρίζονται σε κοινωνικά επιδόματα, θα έχουν τη δυνατότητα να βρουν δουλειά με πρόσθετο όφελος ότι οι ασφαλιστικές τους υποχρεώσεις θα καλύπτονται εξ ολοκλήρου από το Δημόσιο.
Όλα τα παραπάνω προνόμια που προτείνει το ΔΝΤ, φαίνεται να περιλαμβάνουν ως βασικές ρήτρες το χαμηλό εισόδημα και την ύπαρξη παιδιών, τα οποία έρχονται χρονικά αμέσως μετά την απαγόρευση της πατρότητας μέσω παρένθετης μητέρας. Γεγονός που δεν είναι αποτελεί τυχαιότητα, αλλά μια πρόστυχη πολιτική.
Με μια απλή μετάφραση των παραπάνω μέτρων προκύπτει ότι γυναίκες θα μπορούν να κάνουν εξωσωματική, να δημιουργούν μονογονεϊκές οικογένειες, να τους μεγαλώνει το Κράτος τα παιδιά και να τους τα φυλάει σε επιδοτούμενους βρεφονηπιακούς σταθμούς, όσο δέχονται αμέριστα προνόμια όπως επιδοτούμενα προγράμματα κατάρτισης, ώστε να εργάζονται τις ώρες που επιθυμούν, όποτε επιθυμούν, από το σπίτι τους και μάλιστα με μειωμένη φορολογία.
Από την άλλη, στους άνδρες, στους οποίους απαγορεύεται πλέον να δημιουργούν μονογονεϊκές οικογένειες μέσω παρένθετης μητέρας, δεν επιτρέπεται τίποτα από τα παραπάνω.
Το ακόμη σοβαρότερο, όμως, είναι ποιος πληρώνει τον λογαριασμό για όλα αυτά. Το ΔΝΤ δεν προτείνει χρήματα από ειδικά ταμεία ή επενδυτικά κεφάλαια. Αντίθετα, όλα αυτά θα καλυφθούν από τον κρατικό προϋπολογισμό, δηλαδή από τον Έλληνα φορολογούμενο – άνδρα ή γυναίκα, έγγαμο ή άγαμο, εργαζόμενο ή συνταξιούχο. Καλείται να χρηματοδοτήσει μέτρα που εξυπηρετούν μία μόνο κοινωνική ομάδα, πολιτικές που χαράχθηκαν βάσει της φεμινιστικής ιδεολογίας, με αμφίβολα αποτελέσματα για την παραγωγικότητα και χωρίς καμία πρόβλεψη για ισοδύναμα μέτρα προς άλλες ομάδες.
Η πολιτική πρέπει να είναι δίκαιη, όχι μονομερής. Και η κοινωνική δικαιοσύνη δεν επιτυγχάνεται με χαριστικές παροχές σε ένα μόνο φύλο, αλλά με ίσες ευκαιρίες και αξιοκρατία για όλους. Το αντίθετο οδηγεί σε νέες μορφές ανισότητας — αυτή τη φορά, με τη σφραγίδα του ΔΝΤ.