Οι αρχές του Ισημερινού θα ξεκινούν στο εξής ελέγχους προέλευσης περιουσιακών στοιχείων για δικαστές και εισαγγελείς που εισηγούνται ή εγκρίνουν την αποφυλάκιση ατόμων κατηγορούμενων για διακίνηση ναρκωτικών, απαγωγές ή ανθρωποκτονίες, όπως γνωστοποίησε την Παρασκευή η κυβέρνηση της χώρας, που αντιμετωπίζει μια χωρίς προηγούμενο αύξηση της εγκληματικότητας, την οποία αποδίδει στη δράση του οργανωμένου εγκλήματος.
«Σε αμέτρητες περιπτώσεις, η αστυνομία καλείται να συλλάβει τον ίδιο εγκληματία ακόμη και δέκα φορές, επειδή επωφελείται από τη στήριξη της Δικαιοσύνης. Αυτό τελειώνει εδώ», υπογράμμισε σε ανακοίνωσή της η επικοινωνιακή υπηρεσία του προέδρου Ντανιέλ Νομπόα.
Σύμφωνα με την ίδια πηγή, στο εξής θα εξετάζεται η προέλευση των περιουσιακών στοιχείων και η νομιμότητα των εσόδων όλων των λειτουργών της Δικαιοσύνης και των οικείων τους, όταν λαμβάνουν αποφάσεις όπως η επιβολή εναλλακτικών κυρώσεων αντί της κράτησης ή η αποφυλάκιση υπόπτων για βαριά εγκλήματα, όπως δολοφονίες, απαγωγές, εκβιασμούς και εμπόριο ναρκωτικών.
«Οι παράνομες οικονομίες διατηρούν τη δομή τους ανέπαφη, διεισδύουν στους μηχανισμούς της Δικαιοσύνης και τους χρησιμοποιούν ώστε να εξασφαλίζουν ατιμωρησία», δήλωσε ο υπουργός Εσωτερικών Τζον Ρέιμπεργκ σε βίντεο που ανήρτησε στην πλατφόρμα Χ.
Η γεωγραφική θέση του Ισημερινού, ανάμεσα στην Κολομβία και το Περού –τις δύο μεγαλύτερες παραγωγούς κοκαΐνης παγκοσμίως–, σε συνδυασμό με την οικονομία του που βασίζεται στο δολάριο και τα στρατηγικά λιμάνια του στον Ειρηνικό, τον έχουν μετατρέψει τα τελευταία χρόνια σε πεδίο σκληρών συγκρούσεων που σχετίζονται με τη διακίνηση ναρκωτικών.
Ο δείκτης ανθρωποκτονιών αυξήθηκε κατακόρυφα: από 6 ανά 100.000 κατοίκους το 2018 έφτασε τις 38 το 2024, έχοντας αγγίξει το ρεκόρ των 47 το 2023.
Κατά το πρώτο τετράμηνο του 2024, το υπουργείο Εσωτερικών κατέγραψε 3.084 δολοφονίες, καθιστώντας την περίοδο αυτή την πιο αιματηρή έναρξη χρονιάς στην ιστορία της χώρας, που στο παρελθόν θεωρείτο σταθερή και ειρηνική περιοχή στη Λατινική Αμερική.
Στις αρχές Ιουνίου, η εθνική συνέλευση, στην οποία πλέον κυριαρχούν υποστηρικτές του προέδρου Νομπόα και της σκληρής του στάσης απέναντι στις εγκληματικές οργανώσεις, ενέκρινε νέο νομοθετικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση της μαφίας.
Μεταξύ άλλων, η νέα νομοθεσία προβλέπει την επέκταση της μέγιστης διάρκειας προφυλάκισης για να αποτρέπεται η αποφυλάκιση κατηγορούμενων πριν ολοκληρωθούν οι δικαστικές διαδικασίες. Παράλληλα, επιτρέπει στον πρόεδρο να χορηγεί χάρη σε στελέχη των δυνάμεων ασφαλείας που καταδικάζονται για περιστατικά κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους σε επιχειρήσεις κατά εγκληματικών ομάδων.
Απέναντι στην κλιμάκωση της βίας από τουλάχιστον είκοσι εγκληματικές ομάδες που φέρεται να διατηρούν σχέσεις με διεθνή καρτέλ και να μάχονται για έλεγχο περιοχών και επιρροής, ο πρόεδρος Νομπόα –που επανεκλέχθηκε τον Απρίλιο– έχει χαρακτηρίσει την κατάσταση «εσωτερική ένοπλη σύρραξη». Η απόφαση αυτή του επιτρέπει τη συμμετοχή του στρατού στις αστυνομικές επιχειρήσεις.