Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, κατά την τριτολογία του στη Βουλή στο πλαίσιο της συζήτησης για την εξωτερική πολιτική σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών, προχώρησε σε νέες τοποθετήσεις για τα ζητήματα διεθνών σχέσεων, απαντώντας παράλληλα στις επικρίσεις της αντιπολίτευσης. Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε στη Λιβύη, στην ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας–Κύπρου, στο παλαιστινιακό ζήτημα, καθώς και στη λειτουργία του Εθνικού Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής.
Απευθυνόμενος στον ΣΥΡΙΖΑ, σχολίασε με αιχμηρό τρόπο: «Υπερασπίζεστε την πολιτική ενός πρωθυπουργού που σας εγκατέλειψε. Θα πάτε με τον κύριο Τσίπρα όταν φτιάξει κόμμα; Μήπως μείνετε μόνοι σας και σας πάρει το κόμμα ο κύριος Τσίπρας;». Τόνισε ότι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης βρίσκεται «σε κατάσταση σύγχυσης», ενώ επεσήμανε πως η αποχώρηση του Αλέξη Τσίπρα αφήνει αναπάντητα ερωτήματα.
Απαντώντας στον Δημήτρη Κουτσούμπα, ξεκαθάρισε ότι «η Ελλάδα δεν πρόκειται να στείλει στρατό στην Ουκρανία» και πως «η αποστολή της φρεγάτας Belharra δεν αφορά τον Ειρηνικό». Για τη Λιβύη υπογράμμισε ότι η κυβέρνηση της Τρίπολης δεν έχει αμφισβητήσει έμπρακτα τη μέση γραμμή και πως αυτό θεωρείται θετικό, αποτελώντας τη βάση για μελλοντική οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών. Επανέλαβε ότι το τουρκο-λιβυκό μνημόνιο είναι «παράνομο και ανυπόστατο».
Αναφερόμενος στον Νίκο Ανδρουλάκη, ο πρωθυπουργός τόνισε ότι η χρεοκοπία της Ελλάδας «έσκασε στα χέρια του Γιώργου Παπανδρέου» και πρόσθεσε: «Το 2009, αντί η χώρα να ανασκουμπωθεί, τάζατε και μοιράζατε με το σύνθημα ‘λεφτά υπάρχουν’».
Για την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας–Κύπρου, επισήμανε πως πρόκειται για έργο καθοριστικής σημασίας που «θα άρει την ενεργειακή απομόνωση της Κύπρου», τονίζοντας τη συνεργασία με τον Νίκο Χριστοδουλίδη και την ανάγκη να επιλυθούν πρώτα οι εκκρεμότητες για τη βιωσιμότητά του.
Σε ό,τι αφορά το παλαιστινιακό, εξήγησε ότι η Ελλάδα δεν προχώρησε σε αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους «επειδή αυτή τη στιγμή έχει στρατηγική σχέση με το Ισραήλ και όχι προσωπικά με τον Νετανιάχου». Επισήμανε πως μια τέτοια κίνηση, υπό τις παρούσες συνθήκες, «δεν θα προωθούσε τα εθνικά συμφέροντα», ενώ κατέστησε σαφές ότι «οι εποικισμοί του Ισραήλ είναι παράνομοι και καταδικαστέοι».
Απαντώντας στον Σωκράτη Φάμελλο, υπενθύμισε ότι ούτε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, επί 4,5 χρόνια, αναγνώρισε το παλαιστινιακό κράτος, «διότι και τότε κρίθηκε πως δεν υπήρχαν ώριμες συνθήκες».
Για τον ΟΠΕΚΕΠΕ, σημείωσε ότι «όλοι όσοι χρειάζεται θα καταθέσουν στην εξεταστική επιτροπή» και υπογράμμισε πως «το πρόβλημα της διαχείρισης των ευρωπαϊκών πόρων έχει διαχρονικά χαρακτηριστικά» και δεν αφορά αποκλειστικά τη σημερινή κυβέρνηση.
Σε αναφορά του στο Εθνικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής, επισήμανε πως υπάρχει χάσμα ανάμεσα στον δημόσιο και τον εσωτερικό πολιτικό λόγο, λέγοντας: «Αντί να αναζητούμε συναινέσεις, η αντιπολίτευση υιοθετεί τοξική ρητορική και μηδενιστική στάση».
Αναφερόμενος στα ζητήματα της Γάζας, υπογράμμισε ότι η παρουσία του στην πρόσφατη διεθνή διάσκεψη στο Σαρμ ελ Σέιχ «αντανακλούσε την αναγνώριση του ρόλου της Ελλάδας στην ειρηνευτική διαδικασία». Τόνισε ότι επιδιώκει μια μόνιμη ειρήνη, «όπου ο παλαιστινιακός λαός θα έχει κράτος δίπλα στο Ισραήλ», ενώ καταδίκασε ρητά την υπερβολική ισραηλινή αντίδραση μετά την επίθεση της Χαμάς, επισημαίνοντας: «Καμία στρατιωτική επιχείρηση δεν δικαιολογεί την απώλεια αμάχων και παιδιών».
Σε αναφορά του στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και την αναβολή της συνάντησής του με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, σχολίασε: «Μεγάλη φασαρία έγινε στην Ελλάδα, αλλά το ίδιο συνέβη και με την πρωθυπουργό της Ιταλίας, Τζόρτζια Μελόνι. Δεν γνωρίζω αν οι λόγοι ήταν πραγματικοί ή προσχηματικοί». Διαβεβαίωσε ωστόσο ότι «ο διάλογος με την Τουρκία θα συνεχιστεί» και ότι «λέει στον Ερντογάν ιδιωτικά ό,τι δηλώνει και δημόσια».
Ο πρωθυπουργός δήλωσε πως «το νέο Ελσίνκι το έχουμε πετύχει», εξηγώντας ότι η Ελλάδα έχει πλέον τη δύναμη να επηρεάσει τις σχέσεις ΕΕ–Τουρκίας, καθώς «οποιαδήποτε οικονομική ενίσχυση της Άγκυρας περνά από τη δική μας συναίνεση». Πρόσθεσε ότι «αν η Τουρκία επιθυμεί να συμμετάσχει στο πρόγραμμα SAFE, πρέπει να καταργήσει την απειλή πολέμου και να σταματήσει τις θεωρίες περί γκρίζων ζωνών».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης τόνισε επίσης ότι η άμυνα της χώρας είναι «αδιαπραγμάτευτη» και βασική προϋπόθεση της εθνικής ασφάλειας, επισημαίνοντας ότι η Ελλάδα δαπανά 3% του ΑΕΠ για την άμυνά της. Υπογράμμισε ότι η Ευρώπη «αντιλήφθηκε την ανάγκη ενίσχυσης της συλλογικής άμυνας» και ότι «η φύλαξη των εξωτερικών συνόρων έχει πλέον καταστεί ευρωπαϊκή πολιτική».
Κλείνοντας, ο πρωθυπουργός ανέφερε ότι η Ελλάδα «έχει ανακτήσει το χαμένο της κύρος, πατά γερά στα πόδια της και συμμετέχει ενεργά στη διαμόρφωση των εξελίξεων». Όπως είπε χαρακτηριστικά: «Η χώρα μας δεν ακολουθεί τις εξελίξεις, τις συνδιαμορφώνει. Η Ελλάδα στέκεται όρθια και περήφανη, με στρατηγικές συμμαχίες και με φωνή που ακούγεται στην Ευρώπη».