Η Ελλάδα διανύει μια μεταβατική περίοδο ενόψει της πλήρους εφαρμογής του νέου Συμφώνου για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, με κυβερνητικές πηγές να τονίζουν ότι για την επιτυχία του απαιτούνται τόσο η μείωση των μεταναστευτικών ροών όσο και η αύξηση των επιστροφών. Η αντιμετώπιση του ζητήματος, όπως επισημαίνεται, δεν μπορεί να περιοριστεί στις επιστροφές μεταξύ κρατών-μελών της Ε.Ε., αλλά προϋποθέτει ενεργητική φύλαξη των συνόρων. Κομβικό βήμα για τη χώρα θεωρείται η έναρξη του PACT, συνοδευόμενη από τη διαγραφή παλαιών εκκρεμοτήτων στο πλαίσιο του Κανονισμού του Δουβλίνου.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Ελλάδα προχωρά σε διμερείς συμφωνίες με κράτη που έχουν επιβαρυνθεί από τις δευτερογενείς ροές, με στόχο την αποτελεσματικότερη εφαρμογή του νέου Συμφώνου και την εκκαθάριση χιλιάδων υποθέσεων του παρελθόντος. Η χώρα υποδέχεται θετικά τις ρυθμίσεις του κανονισμού επιστροφών για τα return hubs, την επιτάχυνση των διαδικασιών και την αυξημένη διοικητική κράτηση, μέτρα τα οποία έχει ήδη ενσωματώσει στο εθνικό της νομοθετικό πλαίσιο.
Ιδιαίτερη σημασία έχει η συμφωνία Ελλάδας–Γερμανίας για τη διαγραφή όλων των εκκρεμών υποθέσεων που υποχρέωναν την Αθήνα να δεχτεί επιστροφές πολιτών τρίτων χωρών, ώστε να επανεξεταστούν τα αιτήματα ασύλου τους. Οι δύο χώρες, λαμβάνοντας υπόψη τη σημερινή μεταναστευτική πραγματικότητα και ενόψει της εφαρμογής του νέου θεσμικού πλαισίου, κατέληξαν σε πλήρη εκκαθάριση των φακέλων αυτών.
Έτσι, δεν θα πραγματοποιηθούν επιστροφές από τη Γερμανία προς την Ελλάδα και όσοι δικαιούχοι ασύλου έχουν ήδη μετακινηθεί στη Γερμανία παραμένουν πλέον νόμιμα εκεί. Η Ελλάδα αναγνωρίζει τη μεγάλη πίεση που αντιμετώπισε η Γερμανία τα προηγούμενα χρόνια λόγω των δευτερογενών ροών και θεωρεί την εξέλιξη αυτή ως μορφή αλληλεγγύης προς τη χώρα.
Αντίστοιχες συμφωνίες αναμένονται και με άλλα κράτη-μέλη, γεγονός που θεωρείται ιδιαίτερα σημαντικό, καθώς συνεπάγεται τη διαγραφή μεγάλου αριθμού παλαιών υποθέσεων επιστροφών βάσει του Κανονισμού του Δουβλίνου.























































