Τέσσερις αστυνομικοί σκοτώθηκαν την Τρίτη σε δύο διαφορετικούς νομούς της Κολομβίας, σε επιθέσεις που, σύμφωνα με τις αρχές, αποδίδονται σε αντάρτικες οργανώσεις που ελέγχουν τη διακίνηση κοκαΐνης στη χώρα, η οποία παραμένει η μεγαλύτερη παραγωγός παγκοσμίως.
Στην πόλη Κάλι, στη νοτιοδυτική Κολομβία, δύο αστυνομικοί έχασαν τη ζωή τους τις πρώτες πρωινές ώρες, όταν εξερράγησαν αυτοσχέδιοι εκρηκτικοί μηχανισμοί. Η επίθεση αποδόθηκε σε αντάρτες του ELN. Οι δύο ένστολοι κινούνταν με μοτοσικλέτες περίπου στις 04:00 τοπική ώρα (11:00 ώρα Ελλάδας) και υπέστησαν θανάσιμα τραύματα από τα θραύσματα των εκρήξεων, όπως δήλωσε ο επικεφαλής της αστυνομίας στην Κάλι, στρατηγός Χένρι Μπέγιο, στον νομό Βάγιε δελ Κάουκα.
Δύο ακόμη αστυνομικοί σκοτώθηκαν σε αγροτική περιοχή του γειτονικού νομού Κάουκα, έπειτα από επτά ώρες «ένοπλης παρενόχλησης», κατά τη διάρκεια της οποίας σημειώθηκαν ρίψεις χειροβομβίδων και πυρά πολυβόλων εναντίον του τοπικού αστυνομικού τμήματος, όπως ανέφερε χθες μετά το μεσημέρι μέσω της πλατφόρμας X ο νομάρχης Οκτάβιο Γκουσμάν.
Ο υπουργός Άμυνας, Πέδρο Σάντσες, απέδωσε τη δεύτερη επίθεση σε διαφωνούντες πρώην μαχητές των FARC, της οργάνωσης που διαλύθηκε μετά τη συμφωνία ειρήνης του 2016, οι οποίοι φέρονται να δρουν υπό την ηγεσία του αποκαλούμενου Ιβάν Μορδίσκο, του πλέον καταζητούμενου αντάρτη στη χώρα.
«Διατάξαμε την ανάπτυξη όλων των δυνατοτήτων» των δυνάμεων ασφαλείας «για να εξουδετερωθούν αυτοί οι εγκληματίες», πρόσθεσε ο κ. Σάντσες.
Βίντεο που αναρτήθηκαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης καταγράφουν εκτεταμένες καταστροφές σε εμπορική ζώνη της κοινότητας, με περισσότερα από δέκα κτίρια να έχουν μετατραπεί σε ερείπια. Σύμφωνα με τον νομάρχη Γκουσμάν, οικογένειες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, ενώ και το τοπικό νοσοκομείο «δέχθηκε επίθεση».
Από τον Ιανουάριο έως και τον Σεπτέμβριο, 146 στρατιωτικοί και αστυνομικοί σκοτώθηκαν από μέλη παράνομων ένοπλων οργανώσεων που δρουν στη χώρα, αριθμός αυξημένος κατά 128% σε σύγκριση με το 2024, σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία του υπουργείου Άμυνας.
Διακινητές ναρκωτικών μεταμφιεσμένοι σε επαναστάτες
Η αντάρτικη οργάνωση ELN ανακοίνωσε ότι από την Κυριακή έως και την Τρίτη επέβαλε τριήμερο αποκλεισμό του πληθυσμού σε περιοχές υπό τον έλεγχό της, όπου παράγεται κοκαΐνη, επικαλούμενη τις «απειλές ιμπεριαλιστικής επέμβασης» του προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έχει αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο χερσαίων επιχειρήσεων κατά εργαστηρίων παραγωγής ναρκωτικών.
Ο πρόεδρος της Κολομβίας, Γκουστάβο Πέτρο, απάντησε μέσω X ότι διέταξε τις δυνάμεις ασφαλείας να «επιτεθούν» στον ELN και να «υπερασπίσουν τον πληθυσμό έναντι οποιασδήποτε απειλής».
«Δεν θα επιτρέψουμε να απειληθούμε από διακινητές ναρκωτικών μεταμφιεσμένους σε επαναστάτες», υπογράμμισε.
Από την Κυριακή έως και χθες, 82 επιθέσεις ή πράξεις σαμποτάζ αποδόθηκαν στον ELN, οργάνωση της άκρας αριστεράς που ιδρύθηκε το 1964, εμπνευσμένη από τον αργεντινό επαναστάτη Ερνέστο Τσε Γκεβάρα και τη θεολογία της απελευθέρωσης. Η οργάνωση αριθμεί περίπου 5.800 μέλη και δρα σε πάνω από το 20% των περισσότερων από 1.100 δήμων της Κολομβίας.
Την Κυριακή, η αστυνομία είχε ανακοινώσει τη δολοφονία οδηγού ασθενοφόρου στο ανατολικό τμήμα της χώρας, κοντά στα σύνορα με τη Βενεζουέλα, στο πλαίσιο του αποκλεισμού που είχε εξαγγείλει ο ELN.
Ο πρόεδρος Πέτρο είχε επιχειρήσει, μετά την ανάληψη της εξουσίας το 2022, να διαπραγματευτεί με τον ELN για τον τερματισμό της ένοπλης δράσης του, χωρίς αποτέλεσμα. Οι συνομιλίες διακόπηκαν τον Ιανουάριο, έπειτα από κύμα επιθέσεων που άφησαν περισσότερους από 100 νεκρούς σε περιοχή κοντά στα σύνορα με τη Βενεζουέλα.
Οι αντάρτικες οργανώσεις που παραμένουν ενεργές στην Κολομβία χρηματοδοτούν τη δράση τους μέσω της διακίνησης ναρκωτικών, της εκμετάλλευσης μεταλλείων –κυρίως χρυσού– καθώς και μέσω εκβιασμών και απαγωγών με στόχο την είσπραξη λύτρων.























































