Το Ισραήλ βρίσκεται αντιμέτωπο με ισχυρή αντίδραση για τις νέες στρατιωτικές του ενέργειες στη Γάζα, καθώς μια συμμαχία χωρών έστειλε ξεκάθαρο μήνυμα στον Μπενιαμίν Νετανιάχου ότι δεν θα παραμείνουν αδρανείς. Η Γαλλία, η Βρετανία και ο Καναδάς κατέστησαν σαφές πως δεν αναγνωρίζουν τις επιχειρήσεις ως αναγκαίες και δηλώνουν πως αυτή τη φορά δεν σκοπεύουν να παρακολουθήσουν σιωπηρά.
Το Λονδίνο έχει ήδη προχωρήσει στην αναστολή όλων των εμπορικών συμφωνιών με το Τελ Αβίβ, χαρακτηρίζοντας τις κινήσεις της ισραηλινής κυβέρνησης «απαράδεκτες». Ο Νετανιάχου απάντησε κάνοντας λόγο για χώρες που τάσσονται «στη λάθος πλευρά της ιστορίας», όμως το γεγονός ότι όλο και περισσότερες δυνάμεις της Δύσης εκφράζουν ανοιχτά τη διαφωνία τους με τις στρατιωτικές επιχειρήσεις, δημιουργεί ένα μέτωπο πίεσης που δεν μπορεί να αγνοηθεί.
Παρότι το Ισραήλ δεν εξαρτάται στρατιωτικά ή πολιτικά από την Ευρώπη για να συνεχίσει τις ενέργειες του στη Γάζα – ενέργειες που ξεκίνησαν μετά τα γεγονότα της 7ης Οκτωβρίου 2023 – το μόνο κράτος στο οποίο στηρίζεται ουσιαστικά είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες. Παρά το ψυχρό κλίμα μεταξύ Τραμπ και Νετανιάχου, η Ουάσιγκτον δεν έχει ακόμη διακόψει την υποστήριξή της. Ωστόσο, η συγκρότηση ενός μπλοκ δυτικών χωρών απέναντί του, που ενδέχεται να επεκταθεί με τη συμμετοχή και άλλων κρατών όπως η Ισπανία, δεν είναι ζήτημα που μπορεί να περάσει απαρατήρητο.
Ο τρόπος με τον οποίο το Ισραήλ χειρίζεται την κατάσταση στη Γάζα απειλεί να πλήξει σοβαρά τη διεθνή του εικόνα. Οι επιχειρήσεις «άρματα του Γεδεών», που βασίζονται στα προηγούμενα στρατιωτικά σχέδια με την ονομασία «σιδερένια ξίφη», παρουσιάζονται από το Τελ Αβίβ ως απάντηση στην συνεχιζόμενη απειλή της Χαμάς. Παρά τα εγκλήματα της οργάνωσης το 2023, με περισσότερους από 1.200 νεκρούς και περίπου 300 ομήρους, το παγκόσμιο ενδιαφέρον έχει πλέον στραφεί στις δραματικές συνθήκες που επικρατούν στη Γάζα. Η επιλογή να περιοριστεί στο ελάχιστο η ανθρωπιστική βοήθεια, η οποία φτάνει μόνο από δύο σημεία διέλευσης, εντείνει την εικόνα εγκατάλειψης των αμάχων στην πείνα και τον θάνατο.
Καθώς το Ισραήλ επιμένει στη στρατηγική της εξόντωσης της Χαμάς και της απομάκρυνσης της από την περιοχή, με αιτήματα για πλήρη παράδοση ομήρων και οπλισμού και πλήρη έλεγχο της Γάζας, το ρίσκο είναι να ακυρώσει το αφήγημα της νόμιμης άμυνας απέναντι σε υπαρκτές απειλές.
Ένα ακόμα σοβαρό πρόβλημα είναι η σταθερή προσήλωση του Μπενιαμίν Νετανιάχου στη θέση του, τη στιγμή που υπάρχουν δυνατότητες για διπλωματική προσέγγιση της κρίσης. Οι ακροδεξιοί του σύμμαχοι, όπως οι Μπεν Γβίρ και Σμότρις, είναι από τους ελάχιστους που στηρίζουν τις ακραίες επιλογές του, καθώς οι ίδιοι έχουν διαμορφώσει το δόγμα του πλήρους ελέγχου στη Γάζα και τη Δυτική Όχθη.
Οι απώλειες στη Γάζα, σύμφωνα με τις παλαιστινιακές αρχές, ξεπερνούν τις 53.000, με άγνωστο αριθμό αγνοουμένων που παραμένουν εγκλωβισμένοι κάτω από τα ερείπια. Η διαρκώς αυξανόμενη λίστα των θυμάτων λειτουργεί ως βαρύ φορτίο για την κυβέρνηση του Ισραήλ. Ο Νετανιάχου δεν κατάφερε να αποτρέψει την εντύπωση ότι η ρήξη του με τον Τραμπ είναι βαθιά, ενώ παγκόσμιες φωνές που μέχρι πρότινος κρατούσαν επιφυλάξεις, πλέον βρίσκονται σε σκληρή γραμμή απέναντί του.
Ο έμπειρος Μπενιαμίν Νετανιάχου δεν μπορεί να αγνοήσει τα μηνύματα που εκπέμπει η Ευρώπη. Αν το μπλοκ διευρυνθεί και προχωρήσει σε συντονισμένες ενέργειες, τότε το ζήτημα ενδέχεται να ξεφύγει από τις μεμονωμένες δηλώσεις και να εξελιχθεί σε συλλογική διεθνή πίεση. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, η Ουάσιγκτον ενδέχεται να μην θελήσει να αναλάβει ρόλο υπεράσπισης, αφήνοντας τον Νετανιάχου εκτεθειμένο στο ενδεχόμενο μιας απομόνωσης που πλησιάζει.