Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου της Γάνδης, που εξετάζουν τα αίτια της σιδηροδρομικής τραγωδίας στα Τέμπη, έχουν καταλήξει σε ακριβείς εκτιμήσεις σχετικά με τις ουσίες που προκάλεσαν την έκρηξη και τη φωτιά μετά τη σύγκρουση των τρένων.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της RealNews, οι Βέλγοι επιστήμονες έχουν εντοπίσει όχι μόνο το είδος των εύφλεκτων υλικών, αλλά και το βάρος τους, τις διαστάσεις της δεξαμενής που τα μετέφερε, καθώς και το ακριβές σημείο στην εμπορική αμαξοστοιχία όπου ήταν τοποθετημένα.
Το κλιμάκιο ακαδημαϊκών ερευνητών του Τμήματος Δομικής Μηχανικής του Πανεπιστημίου της Γάνδης εργάζεται πάνω στο δυστύχημα εδώ και ένα χρόνο, μετά από εντολή του Ελληνικού Οργανισμού Διερεύνησης Αεροπορικών και Σιδηροδρομικών Ατυχημάτων και Ασφάλειας Μεταφορών (ΕΟΔΑΣΑΑΜ). Με τη χρήση ειδικού εργαστηριακού εξοπλισμού και προηγμένων συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης, τα βασικά συμπεράσματα της έρευνάς τους είναι:
- Το πρώτο βαγόνι της εμπορικής αμαξοστοιχίας, το οποίο ακολουθούσε τις δύο μηχανές του τρένου, μετέφερε πτητικούς υδρογονάνθρακες που δεν είχαν δηλωθεί στα επίσημα φορτωτικά έγγραφα.
- Οι εύφλεκτες ουσίες ήταν αποθηκευμένες σε δεξαμενή διαστάσεων 1×2,5 μέτρων.
- Το εκτιμώμενο βάρος των πτητικών υδρογονανθράκων που μεταφέρονταν υπολογίζεται μεταξύ 3,5 και 4 τόνων.
- Η διάρκεια των εκρήξεων που σημειώθηκαν μετά τη σύγκρουση ήταν περίπου 8 δευτερόλεπτα, ενώ η πύρινη στήλη έφτασε σε ύψος 80 μέτρων.
- Οι ουσίες που πιθανότατα προκάλεσαν τη φωτιά ήταν ξυλόλιο και τολουόλιο, χημικά που χρησιμοποιούνται και για τη νοθεία καυσίμων.
Οι Βέλγοι επιστήμονες αναμένεται να αποστείλουν το επίσημο πόρισμα με όλα τα παραπάνω στοιχεία στην Αθήνα μέσα στις επόμενες ώρες.
Η αποκάλυψη ότι το τρένο μετέφερε επικίνδυνο φορτίο που δεν δηλώθηκε, εγείρει σοβαρά ερωτήματα για την τήρηση των κανονισμών ασφαλείας, καθώς και για την αξιοπιστία των διαδικασιών ελέγχου των εμπορευματικών μεταφορών.