Η βαλεριάνα είναι γνωστή από την αρχαιότητα και έχει χρησιμοποιηθεί ευρέως από τον 18ο αιώνα ως ένα δημοφιλές κατευναστικό για το κεντρικό νευρικό σύστημα. Συναντάται κοντά σε ποτάμια, καταρράκτες, ελώδεις περιοχές και δάση. Η καλλιέργειά της είναι εφικτή μέσω σπόρων ή φύτευσης παραφυάδων σε βάθος 30 εκατοστών σε ελαφρά εδάφη με άφθονο ηλιοφώτιστο. Ωστόσο, η ρίζα της εκπέμπει έντονη οσμή, καθιστώντας τη δύσκολο να καταναλωθεί ως τσάι.
Τα χρησιμοποιούμενα μέρη της βαλεριάνας είναι οι ρίζες του φυτού, οι οποίες συλλέγονται το φθινόπωρο και αποξηραίνονται σε σκιερό μέρος, μετά από καλό ξέπλυμα. Είναι διαθέσιμη σε μορφές κάψουλων, ταμπλετών (η δοσολογία προσαρμόζεται ανάλογα), βάμμα (15 σταγόνες το βράδυ για τον ύπνο και 20 σταγόνες δύο φορές την ημέρα για το άγχος) και τσάι (2 κουταλάκια βότανο ανά φλιτζάνι ζεστού νερού).
Η βαλεριάνα χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση της αϋπνίας ως ήπιο κατευναστικό. Επιπλέον, πιστεύεται ότι βοηθά στη διόρθωση προβλημάτων δυσκοιλιότητας, διαταραχών ύπνου και παρουσιάζει γενικά καταπραϋντικές, αντισπασμολυτικές και ηρεμιστικές ιδιότητες. Επιπλέον, επιστημονικές μελέτες έχουν αποδείξει ότι η βαλεριάνα βελτιώνει την εγκεφαλογραφική δραστηριότητα μετά την κατανάλωσή της.
Πρέπει, ωστόσο, να είμαστε προσεκτικοί, καθώς υψηλές και συνεχείς δόσεις μπορεί να προκαλέσουν πονοκέφαλο, τρέμουλο ή ένταση. Επιπλέον, η βαλεριάνα ενισχύει τη δράση υπνωτικών φαρμάκων και αλκοόλ, οπότε πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη αυτές τις παραμέτρους.