Η Αλθαία Δενδρομολόχα, γνωστή επίσης ως Althaea officinalis, έχει παλιές ρίζες στην ιστορία, από τους αρχαίους Έλληνες μέχρι την περίοδο της Τουρκοκρατίας, όταν χρησιμοποιούνταν ευρέως για να αντιμετωπίσει πνευμονικές παθήσεις και εντερικές φλεγμονές. Επίσης, καλλιεργούνταν σε κήπους μοναστηριών κατά τον μεσαίωνα.
Η Αλθαία κατάγεται από περιοχές όπως η Κασπία, η Μαύρη Θάλασσα και η ανατολική Μεσόγειο, ευδοκιμώντας σε υγρά εδάφη και παραθαλάσσιες περιοχές πλούσιες σε αλάτι.
Αυτό το πολυετές φυτό με βελούδινους βλαστούς φτάνει το 1 μέτρο σε ύψος και διαθέτει τριχωτά, πριονωτά φύλλα σε ανοιχτό πράσινο χρώμα. Τα μεγάλα άνθη του είναι μονήρη και λευκορόδινα με σκουρότερο κέντρο, τα οποία φέρονται κατά μήκος μακριών ανθικών στελεχών.
Η ρίζα της αλθαίας έχει παχιά κωνική μορφή και διαθέτει γλυκιά γεύση. Αυτή η ρίζα εκκρίνει μια κολλώδη ουσία που απορροφά νερό και διογκώνεται, σχηματίζοντας μια προστατευτική ζελατίνη.
Η Αλθαία διαθέτει αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες και κυρίως επιδρά στους ερεθισμούς των βλεννογόνων. Η ρίζα της έχει μαλακτικές, διουρητικές και επουλωτικές ιδιότητες και χρησιμοποιείται κυρίως για προβλήματα του πεπτικού συστήματος, όπως φλεγμονές του στόματος (ουλίτιδα, περιοδοντίτιδα), γαστρίτιδα και πεπτικό έλκος.
Επιπλέον, η αλθαία προσφέρει ανακούφιση και προστασία από κοψίματα, εκδορές, εγκαύματα, πληγές, κιρσούς και εξωτερικά έλκη. Τα φύλλα και τα άνθη της διαθέτουν αποχρεμπτικές ιδιότητες, μπορούν να χρησιμοποιηθούν για προβλήματα του αναπνευστικού συστήματος, ανακουφίζοντας ή θεραπεύοντας διαταραχές των βρόγχων, όπως βρογχίτιδα και ερεθιστικός βήχας. Επιπλέον, μπορεί να χρησιμοποιηθεί εξωτερικά ως κατάπλασμα για κιρσώδεις φλέβες, έλκη και πληγές. Έχει αναφερθεί επίσης ότι ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα, βοηθώντας τα λευκά κύτταρα να καταπολεμήσουν τα μικρόβια.