Ο Παύλος Πολάκης, υποψήφιος για την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ, από την Κοζάνη όπου ξεκίνησε την περιοδεία του στη Δυτική Μακεδονία, παρουσίασε το όραμά του για έναν πιο αποτελεσματικό αντιπολιτευτικό ρόλο του κόμματος. Στην ομιλία του, που πραγματοποιήθηκε στο αμφιθέατρο της Κοβενταρείου Βιβλιοθήκης Κοζάνης, ο Πολάκης επικεντρώθηκε σε τοπικά ζητήματα που απασχολούν τους πολίτες, κάνοντας λόγο για «υποστελέχωση του νοσοκομείου Κοζάνης» και κατηγορώντας τη διοίκηση ότι εξαναγκάζει γιατρούς να καλύπτουν εφημερίες στο νοσοκομείο της Καστοριάς.
Αναφερόμενος στα θέματα της τηλεθέρμανσης για τους Δήμους Κοζάνης και Εορδαίας, προέβλεψε οικονομικές επιβαρύνσεις για τους πολίτες, τις οποίες απέδωσε σε μια «άσχημη πολιτική επιλογή» της κυβέρνησης Μητσοτάκη και της ιδιωτικοποιημένης ΔΕΗ. Εξέφρασε, επίσης, τη διαφωνία του με την πολιτική απολιγνιτοποίησης που υιοθέτησε η κυβέρνηση από το 2019, τονίζοντας ότι διαφώνησε και με τη θέση του ΣΥΡΙΖΑ σε αυτό το θέμα. Υποστήριξε πως η Ελλάδα, λόγω του μικρού της μεγέθους, δεν επηρεάζει σημαντικά το παγκόσμιο περιβαλλοντικό αποτύπωμα, σε αντίθεση με χώρες όπως η Κίνα και η Γερμανία.
Για να ανακτήσει ο ΣΥΡΙΖΑ τη δυναμική του ως αξιωματική αντιπολίτευση, ο Πολάκης πρότεινε ένα πρόγραμμα έξι σημείων. Στις προτάσεις αυτές περιλαμβάνονται η απόσυρση μνημονιακών νόμων και η επανακοινωνικοποίηση σημαντικών τομέων της οικονομίας, όπως η Εθνική Τράπεζα, η ΔΕΗ και ο έλεγχος του ενός διυλιστηρίου. Ο Πολάκης τόνισε την ανάγκη «βαθιών τομών στη δικαιοσύνη» και την ενίσχυση της ελληνικής φαρμακευτικής βιομηχανίας με αξιοποίηση των Ελλήνων επιστημόνων του εξωτερικού.
Σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, μίλησε για την ανάγκη «σαφών κόκκινων γραμμών» απέναντι στην Τουρκία όσον αφορά την ΑΟΖ και την υφαλοκρηπίδα και δήλωσε ότι η Ελλάδα δεν θα πρέπει να εμπλέκεται στρατιωτικά στον πόλεμο της Ουκρανίας με την αποστολή όπλων.
Όταν ρωτήθηκε για τις εκδηλώσεις μνήμης στην Κάνδανο παρουσία του προέδρου της Γερμανίας, Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ, ο Πολάκης σχολίασε ότι «τα λόγια συμπάθειας του κ. Σταϊνμάιερ δεν μας καλύπτουν» και ότι το θέμα των γερμανικών αποζημιώσεων παραμένει «ζήτημα ιστορικής δικαιοσύνης», τονίζοντας ότι η Γερμανία οφείλει να αποδώσει τις οφειλόμενες αποζημιώσεις στην Ελλάδα.