Ο Ντόναλντ Τραμπ χαρακτήρισε την καταδίκη του ως «παράνομη πολιτική επίθεση» και «στημένη παρωδία», αντιδρώντας έντονα στην απόφαση του δικαστή Χουάν Μέρτσαν, που όρισε την ανακοίνωση της ποινής του στις 10 Ιανουαρίου, δέκα ημέρες πριν από την ορκωμοσία του ως Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών. Η υπόθεση αφορά την πληρωμή 130.000 δολαρίων από τον τότε δικηγόρο του, Μάικλ Κόεν, στη Στόρμι Ντάνιελς πριν από τις εκλογές του 2016.
Σε ανάρτησή του στο Truth Social, ο Τραμπ υποστήριξε ότι η υπόθεση είναι «ανύπαρκτη» και νομικά παραγεγραμμένη. Επιτέθηκε στον δικαστή, χαρακτηρίζοντάς τον «ριζοσπάστη κομματικό» και δήλωσε πως η απόφαση «αντιβαίνει στο Σύνταγμα», ενώ υποστήριξε ότι αποτελεί απειλή για το θεσμό της Προεδρίας.
Ο πρώην Πρόεδρος εξέφρασε την αγανάκτησή του για την επιβολή εντολής φίμωσης, την οποία θεωρεί παράνομη και περιοριστική ως προς το δικαίωμά του να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Στο μήνυμά του, κατήγγειλε ότι είναι «ο μόνος πολιτικός στην ιστορία των ΗΠΑ που δεν μπορεί να υπερασπιστεί δημόσια τον εαυτό του».
Η καταδίκη του Τραμπ αφορά την υπόθεση της «πληρωμής σιωπής» (hush money) στη Στόρμι Ντάνιελς. Τον Μάιο, έγινε ο πρώτος πρώην Πρόεδρος που καταδικάστηκε για εγκλήματα, με τους ενόρκους να τον κρίνουν ομόφωνα ένοχο. Παρά την καταδίκη, οι εισαγγελείς και ο δικαστής συμφώνησαν ότι δεν θα εκτίσει ποινή φυλάκισης.
Η υπόθεση έχει πυροδοτήσει έντονες πολιτικές αντιδράσεις, καθώς ο Τραμπ παραμένει κεντρική φιγούρα στην πολιτική σκηνή των ΗΠΑ, έχοντας γίνει το πρώτο πρόσωπο που ψηφίστηκε στον Λευκό Οίκο μετά από ποινική καταδίκη.