Οι Γερμανοί πολίτες καλούνται σήμερα, Κυριακή 23 Φεβρουαρίου, στις κάλπες, μετά από μια σύντομη προεκλογική περίοδο που ακολούθησε την απόφαση του καγκελαρίου Όλαφ Σολτς για πρόωρες εκλογές τον περασμένο Δεκέμβριο. Η εκλογική αναμέτρηση διεξάγεται υπό τη σκιά μιας δυσχερούς οικονομικής συγκυρίας και των εξελίξεων στο μεταναστευτικό ζήτημα.
Οι συγκεκριμένες εκλογές θεωρούνται καθοριστικές, καθώς δεν θα επηρεάσουν μόνο τη Γερμανία, αλλά ενδέχεται να έχουν αντίκτυπο και σε ολόκληρη την Ευρώπη. Σε αντίθεση με προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις, αυτή τη φορά η χώρα προσέρχεται στις κάλπες με ένα δυσμενές οικονομικό περιβάλλον.
Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, η κεντροδεξιά Χριστιανοδημοκρατική Ένωση (CDU) διατηρεί προβάδισμα με ποσοστό 29%, ακολουθούμενη από την ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) με 20%. Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) του καγκελαρίου Σολτς καταγράφει 16%, ενώ οι Πράσινοι συγκεντρώνουν 13%.
Η οικονομία της Γερμανίας εμφανίζει τάσεις ύφεσης για δεύτερη συνεχή χρονιά, κάτι που έχει να συμβεί από τη δεκαετία του 1950. Με δεδομένη αυτή την οικονομική στασιμότητα, ο επόμενος καγκελάριος θα βρεθεί αντιμέτωπος με δύσκολες αποφάσεις, αντίστοιχες με αυτές που καλείται να πάρει ο Κιρ Στάρμερ στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Σύμφωνα με αναλυτές, η οικονομική επιβράδυνση της χώρας οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην εξάρτησή της από τη ρωσική ενέργεια, γεγονός που οδήγησε σε εκτόξευση των τιμών μετά την εισβολή στην Ουκρανία. Παρότι η κυβέρνηση Σολτς μείωσε αυτή την εξάρτηση, οι γερμανικές επιχειρήσεις συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν υψηλά κόστη παραγωγής, ενώ ο ανταγωνισμός από την Κίνα στον τομέα των ηλεκτρικών οχημάτων αυξάνεται.
Η επικείμενη νίκη του CDU-CSU υπό τον Φρίντριχ Μερτς θεωρείται σημαντική, αν και ένα αποτέλεσμα κάτω από το 30% θα υποδηλώνει απώλεια στήριξης σε σχέση με το 42% που είχε συγκεντρώσει η Άνγκελα Μέρκελ το 2013. Παρόλα αυτά, θα επιβεβαίωνε ότι μπορεί να ανακοπεί η άνοδος της ακροδεξιάς. Την ίδια στιγμή, αναλυτές σημειώνουν ότι ενδεχόμενη ήττα του AfD θα αποτελούσε πλήγμα για προσωπικότητες, όπως ο Έλον Μασκ και ο Τζέι Ντι Βανς, που έχουν εκφράσει στήριξη στο κόμμα από το εξωτερικό.
Στο οικονομικό πεδίο, σημαντικό διακύβευμα αποτελεί το λεγόμενο “φρένο χρέους”, ένας μηχανισμός που εισήγαγε η Μέρκελ το 2009 για να περιορίσει το δημόσιο έλλειμμα. Αν και το CDU έχει δεσμευτεί να τον διατηρήσει, ο Μερτς έχει αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο να υπάρξει ευελιξία για την ενίσχυση της ανάπτυξης. Οι επικριτές του μηχανισμού υποστηρίζουν ότι η αυστηρή δημοσιονομική πολιτική συνέβαλε στην άνοδο της ακροδεξιάς και δυσκόλεψε την κυβέρνηση Σολτς, δημιουργώντας δημοσιονομικά ελλείμματα που οδήγησαν στις πρόωρες εκλογές.
Στο διεθνές πεδίο, οι εκλογές συμπίπτουν με αυξανόμενες πιέσεις των ΗΠΑ προς τους Ευρωπαίους συμμάχους για αύξηση των αμυντικών δαπανών. Η Γερμανία μέχρι πρόσφατα δαπανούσε λιγότερο από το 2% του ΑΕΠ της για την άμυνα, ενώ η Ουάσινγκτον απαιτεί αύξηση των δαπανών ακόμη και στο 5%. Οι αναλυτές εκτιμούν ότι η νέα κυβέρνηση μπορεί να επιχειρήσει να παρακάμψει το “φρένο χρέους” μέσω ειδικών χρηματοδοτικών μηχανισμών που θα εξαιρεθούν από τους δημοσιονομικούς περιορισμούς.
Ένα ακόμη μείζον ζήτημα είναι η μετανάστευση, το οποίο έχει βρεθεί στο επίκεντρο της προεκλογικής εκστρατείας. Το AfD έχει εκμεταλλευτεί σειρά πρόσφατων εγκληματικών ενεργειών στις οποίες εμπλέκονται μετανάστες, προωθώντας αυστηρότερη μεταναστευτική πολιτική. Η πρόταση του CDU να επιτρέπεται η απέλαση αιτούντων άσυλο υποστηρίχθηκε από το AfD, προκαλώντας την έντονη αντίδραση της Άνγκελα Μέρκελ, η οποία δήλωσε ότι με αυτόν τον τρόπο “καταρρίπτεται το τείχος προστασίας” απέναντι στην ακροδεξιά.
Ωστόσο, μελέτες δείχνουν ότι η αύξηση των μεταναστευτικών ροών δεν συνδέεται άμεσα με την εγκληματικότητα. Έρευνα του Ινστιτούτου ifo στο Μόναχο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι “δεν υπάρχει σαφής σχέση μεταξύ του ποσοστού των μεταναστών και του επιπέδου εγκληματικότητας στις γερμανικές περιοχές”.
Η προεκλογική εκστρατεία χαρακτηρίστηκε από ιδιαίτερη ένταση, με την ύφεση, τις υψηλές τιμές ακινήτων και την οικονομική στασιμότητα να κυριαρχούν στην πολιτική συζήτηση. Η επόμενη μέρα προβλέπεται εξίσου δύσκολη, καθώς οποιαδήποτε κυβερνητική συμμαχία θα πρέπει να συνυπολογίσει την ισχυρή παρουσία της ακροδεξιάς στο κοινοβούλιο.
Παράλληλα, μαζικές κινητοποιήσεις κατά του AfD λαμβάνουν χώρα σε διάφορες γερμανικές πόλεις, με το Αμβούργο να προετοιμάζεται για τη μεγαλύτερη διαδήλωση, όπου αναμένονται έως και 65.000 διαδηλωτές, λίγες ώρες πριν ανοίξουν οι κάλπες.