Αντιμέτωποι με βαρύ κατηγορητήριο που περιλαμβάνει σοβαρά αδικήματα σε βαθμό κακουργήματος, βρίσκονται οι συλληφθέντες για την υπόθεση πλαστογράφησης και εμπορίας έργων τέχνης διεθνώς καταξιωμένων δημιουργών, καθώς και για υπόθεση αρχαιοκαπηλίας. Οι κατηγορούμενοι αναμένεται να οδηγηθούν ενώπιον του ανακριτή για τις απολογίες τους, με τις πρώτες πέντε απολογίες να έχουν προγραμματιστεί για το Σάββατο και τις υπόλοιπες για τη Δευτέρα.
Οι 13 εμπλεκόμενοι προσήχθησαν στον εισαγγελέα, ο οποίος άσκησε ποινικές διώξεις εις βάρος τους για έξι κακουργήματα. Οι κατηγορίες που αντιμετωπίζουν, ανάλογα με τη συμμετοχή τους, περιλαμβάνουν:
- Πλαστογραφία από κοινού και κατ’ εξακολούθηση, με προσδοκώμενο οικονομικό όφελος άνω των 120.000 ευρώ
- Απόπειρα απάτης με παρόμοιο χρηματικό όφελος
- Υπεξαίρεση μνημείων εξαιρετικής αξίας από άτομα που φέρονται να δρουν συστηματικά
- Συμμετοχή, ένταξη ή διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης
- Παραχάραξη έργων πνευματικής δημιουργίας σημαντικής αξίας
- Ξέπλυμα χρημάτων από παράνομες ενέργειες
Η δικογραφία περιλαμβάνει επίσης πλημμεληματικές παραβάσεις, όπως η παράνομη κατοχή συσκευών ανίχνευσης μετάλλων και η παραβίαση κατασχεμένων αντικειμένων.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες από την αστυνομική έρευνα, οι εμπλεκόμενοι είχαν ως στόχο την πώληση έργων τέχνης, ανάμεσα στα οποία ξεχωρίζει ένας πίνακας του Πάμπλο Πικάσο, η αξία του οποίου εκτιμάται στα 25 εκατομμύρια ευρώ. Στο «χαρτοφυλάκιο» των παραποιημένων δημιουργιών περιλαμβάνονται επίσης έργα του Τζάκσον Πόλοκ, του Κλοντ Μονέ, του Κωνσταντίνου Παρθένη και πλήθος θρησκευτικών εικόνων.
Κομβική θέση στην οργάνωση, όπως περιγράφεται στη δικογραφία, κατείχαν δύο άνδρες ηλικίας 63 και 37 ετών. Οι συγκεκριμένοι φέρονται να ήταν υπεύθυνοι τόσο για την παραγωγή των παραποιημένων έργων όσο και για την κατασκευή των πλαστών εγγράφων πιστοποίησης. Δύο ακόμη πρόσωπα, 71 και 57 ετών, υποστήριζαν τη διαδικασία παραγωγής, με τον έναν να διατηρεί φωτοτυπικό κατάστημα, απ’ όπου προέρχονταν σφραγίδες και υλικά πιστοποίησης που χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή ψευδών ιστορικών τεκμηρίων.
Τα παραποιημένα έργα, σύμφωνα με την αστυνομική έρευνα, προωθούνταν κυρίως μέσω τεσσάρων ακόμη μελών της οργάνωσης, τα οποία λειτουργούσαν παλαιοπωλεία σε διάφορες περιοχές της Αττικής. Οι εν λόγω έμποροι, ηλικίας 58, 39, 40 και 63 ετών, φέρονται να αγόραζαν τα έργα γνωρίζοντας την ψευδή προέλευσή τους και στη συνέχεια τα μεταπωλούσαν ως αυθεντικά.
Επιπλέον, πέντε ακόμη άτομα φέρονται να ενεπλάκησαν είτε στην προώθηση των πωλήσεων είτε στην αναζήτηση δυνητικών αγοραστών.
Σε εφόδους που πραγματοποιήθηκαν σε κατοικίες και επαγγελματικούς χώρους στην Αττική, οι αρχές κατέσχεσαν 19 θρησκευτικές εικόνες, 2.087 νομίσματα που καλύπτονται από την αρχαιολογική νομοθεσία και περισσότερους από 200 πίνακες, οι οποίοι φέρουν ψευδείς υπογραφές Ελλήνων και ξένων ζωγράφων.