Το τελευταίο διάστημα παρατηρείται αυξανόμενο ενδιαφέρον για τις υπερτροφές (superfoods), οι οποίες ενσωματώνονται όλο και περισσότερο στη διατροφή μας. Μία από αυτές τις υπερτροφές είναι και το αμυγδαλοβούτυρο.
Το αμυγδαλοβούτυρο είναι πλούσιο σε ασβέστιο, φυτικές ίνες, βιταμίνη Ε και μονοακόρεστα λιπαρά. Παρά την υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά και θερμίδες, τα αμύγδαλα περιέχουν κυρίως τα «καλά» μονοακόρεστα λιπαρά. Επιπλέον, είναι πηγή χαλκού, βιταμινών του συμπλέγματος Β, καλίου, φωσφόρου, σιδήρου και υγιεινών λιπαρών. Ως εκ τούτου, η ελεγχόμενη κατανάλωση αμυγδαλοβούτυρου μπορεί να προσφέρει πολλαπλά οφέλη για την υγεία.
Έρευνα έδειξε ότι τα αμύγδαλα ως σνακ μεταξύ πρωινού και μεσημεριανού μειώνουν την πείνα, καθώς χωνεύονται αργά συγκριτικά με τους υδατάνθρακες. Το αμυγδαλοβούτυρο περιέχει υψηλή ποσότητα πρωτεϊνών που δημιουργούν το αίσθημα του κορεσμού και, σε συνδυασμό με τα μονοακόρεστα λιπαρά, βοηθά στη σταθεροποίηση των επιπέδων σακχάρου στο αίμα. Οι φυτικές ίνες που περιέχει επιβραδύνουν την πέψη και παρατείνουν την αίσθηση κορεσμού.
Σύμφωνα με το Journal of Nutrition and Aging, τα αμύγδαλα περιέχουν φυτικές ίνες, φολικό οξύ, βιταμίνη Ε, η οποία επιβραδύνει τη γήρανση του εγκεφάλου και διατηρεί τη μνήμη, και αντιοξειδωτικά που μειώνουν τις φλεγμονές. Η βιταμίνη Β6 βοηθά στην επικοινωνία των εγκεφαλικών κυττάρων.
Το αμυγδαλοβούτυρο περιέχει επίσης μαγνήσιο, το οποίο συμβάλλει στη χαλάρωση των νεύρων και των μυών, καθώς και τρυπτοφάνη, ένα αμινοξύ που βοηθά στην παραγωγή σεροτονίνης, της ορμόνης της ευτυχίας. Η βιταμίνη Ε μειώνει το άγχος, ενώ το αμυγδαλοβούτυρο παρέχει σταθερή ενέργεια και βοηθά στη σταθεροποίηση των επιπέδων σακχάρου.
Το αμυγδαλοβούτυρο μπορεί να καταναλωθεί με διάφορους τρόπους: με φρούτα, γιαούρτι, σε ψωμί με μαρμελάδα, σε pancakes, μπάρες δημητριακών, παγωτό, και αλμυρά σάντουιτς.