Ο υπερπαραθυρεοειδισμός είναι μια κατάσταση όπου οι παραθυρεοειδείς αδένες εκκρίνουν υπερβολικές ποσότητες παραθορμόνης.
Αυτή η ορμόνη είναι σημαντική για το μεταβολισμό και την ομοιόσταση του ασβεστίου στον οργανισμό. Ο υπερπαραθυρεοειδισμός μπορεί να οφείλεται σε αδένωμα, υπερπλασία ή κακοήθη όγκο των παραθυρεοειδών αδένων.
Ο υπερπαραθυρεοειδισμός μπορεί να προκαλέσει πολλά προβλήματα υγείας. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται η οστεοπόρωση λόγω απώλειας ασβεστίου από τα οστά, η νεφρολιθίαση λόγω υπερβολικής ποσότητας ασβεστίου στα ούρα, και η αρτηριακή υπέρταση λόγω αγγειοσύσπασης και βλάβης των νεφρών. Άλλα προβλήματα υγείας που μπορεί να προκληθούν περιλαμβάνουν το πεπτικό έλκος και ψυχολογικές διαταραχές όπως κατάθλιψη και συναισθηματική αστάθεια.
Ο υπερπαραθυρεοειδισμός χωρίζεται σε τρεις τύπους: πρωτοπαθή, δευτεροπαθή και τριτοπαθή. Κάθε τύπος αντιμετωπίζεται διαφορετικά, ανάλογα με την αιτία του.
Η διάγνωση του υπερπαραθυρεοειδισμού γίνεται με ανάλυση αίματος για μέτρηση ασβεστίου και παραθορμόνης, ακτινολογικούς ελέγχους και μέτρηση οστικής πυκνότητας. Η εντοπισμός των παθολογικών αδένων γίνεται με υπερηχογράφημα και σπινθηρογράφημα.
Η αντιμετώπιση του υπερπαραθυρεοειδισμού μπορεί να περιλαμβάνει από συντηρητική θεραπεία με φάρμακα μέχρι χειρουργική επέμβαση, ανάλογα με τον τύπο και τη σοβαρότητα της περίπτωσης. Η ελάχιστα επεμβατική παραθυρεοειδεκτομή είναι μια από τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση του υπερπαραθυρεοειδισμού, με άριστα αισθητικά αποτελέσματα και εξαιρετική μετεγχειρητική πορεία.