Το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών προχωρά σε αυστηροποίηση του ρυθμιστικού πλαισίου για την αγορά των κρυπτονομισμάτων, βάζοντας τέλος στην ανωνυμία και ενισχύοντας τους ελέγχους για την καταπολέμηση του μαύρου χρήματος.
Σύμφωνα με τις διατάξεις του νομοσχεδίου που αφορά την ενίσχυση της κεφαλαιαγοράς, οι πλατφόρμες ανταλλαγής κρυπτονομισμάτων, όπως Binance και Kraken, θα είναι υποχρεωμένες να λάβουν επίσημη άδεια λειτουργίας ή να ορίσουν εκπρόσωπο υπεύθυνο για τη διαβίβαση των στοιχείων των συναλλαγών.
Όλες οι συναλλαγές θα υπόκεινται σε αυστηρούς ελέγχους, με στόχο να διασταυρώνεται η προέλευση των χρημάτων και να εντοπίζονται ύποπτες μεταφορές. Οι αρμόδιες αρχές, όπως η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και η Αρχή Καταπολέμησης Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, θα έχουν τη δυνατότητα να παγώνουν συναλλαγές και να απαιτούν φορολογικό και περιουσιακό έλεγχο για όσους εμπλέκονται.
Η διαδικασία προβλέπει ότι:
- Οι συναλλασσόμενοι θα πρέπει να ταυτοποιούνται παρέχοντας προσωπικά και φορολογικά στοιχεία, όπως ταυτότητα, ΑΦΜ και τραπεζικό λογαριασμό.
- Σε περίπτωση που μια συναλλαγή θεωρηθεί ύποπτη ή ξεπεράσει συγκεκριμένο όριο, θα πραγματοποιείται διασταύρωση με τα δεδομένα του υπουργείου Οικονομικών και της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
- Αν εντοπιστούν ενδείξεις φοροδιαφυγής, η υπόθεση θα παραπέμπεται σε περαιτέρω έλεγχο και ενδεχομένως η συναλλαγή να μπλοκάρεται.
Το νέο ρυθμιστικό πλαίσιο εισάγει αυστηρές κυρώσεις για όσες πλατφόρμες λειτουργούν χωρίς άδεια, με ποινές φυλάκισης τουλάχιστον ενός έτους και πρόστιμα που φτάνουν έως και 5 εκατ. ευρώ ή ποσοστό 3-12% του ετήσιου κύκλου εργασιών.
Επιπλέον, θεσπίζονται κανόνες για τις διαφημίσεις κρυπτονομισμάτων, απαιτώντας σαφή ενημέρωση για τους κινδύνους και την απουσία εγγυήσεων για απώλειες. Παράλληλα, ενισχύεται η διακρατική συνεργασία, επιτρέποντας στις ελληνικές αρχές να ερευνούν ύποπτες συναλλαγές σε διεθνείς πλατφόρμες και να επιβάλλουν ελέγχους.
Τέλος, το υπουργείο σχεδιάζει να προχωρήσει και σε νομοθετική ρύθμιση για τη φορολόγηση των κρυπτονομισμάτων εντός του έτους, ενισχύοντας ακόμα περισσότερο το πλαίσιο διαφάνειας στην αγορά.