Από την αρχή της τραγωδίας στα Τέμπη, η κοινωνία απαιτεί δικαιοσύνη και την τιμωρία όλων όσων φέρουν ευθύνη για το περιστατικό, ακόμη και αν αυτό έφτασε σε υψηλότερα επίπεδα στις διοικήσεις των εταιρειών που διαχειρίζονται τον σιδηρόδρομο, ή ακόμη και σε πολιτικό επίπεδο. Από την αρχή, ο σταθμάρχης της αμαξοστοιχίας είχε εστιαστεί ως κύριος ύποπτος, αφού προφυλακίστηκε για τη σύγκρουση. Το “ανθρώπινο λάθος” προσπαθούσε να καλύψει την αλυσίδα των λαθών που οδήγησαν στην τραγωδία. Ωστόσο, οι συνεχιζόμενες διαμαρτυρίες των πολιτών δεν επέτρεψαν στις διοικήσεις και στους πολιτικούς να αποφύγουν την ευθύνη τους, καθώς επέτρεψαν στα προβλήματα του ελληνικού σιδηρόδρομου να αναπτυχθούν ελεύθερα.
Μέχρι στιγμής, πέρα από τον σταθμάρχη που προφυλακίστηκε, έχουν κληθεί από τη Δικαιοσύνη οι άλλοι δύο σταθμάρχες που εργάζονταν κατά την ώρα του δυστυχήματος και ο επιθεωρητής του ΟΣΕ. Οι δύο σταθμάρχες αφέθηκαν ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους, υποστηρίζοντας ότι δεν ήταν υποχρεωμένοι να μείνουν μέχρι τη συγκεκριμένη ώρα και ότι η ευθύνη ήταν του επόμενου σταθμάρχη. Εκκρεμεί η απολογία του επιθεωρητή της Λάρισας, ο οποίος αναμένεται να αποδώσει ευθύνες στον υπεύθυνο του ΟΣΕ, που επίσης έχασε τη ζωή του στο δυστύχημα στο Λαγονήσι.
Στην απολογία του επιθεωρητή αναμένεται να ισχυριστεί ότι πρότεινε τις βάρδιες στους νέους σταθμάρχες για νυχτερινές βάρδιες και ότι δεν είχε καμία ενημέρωση για προβλήματα στην βάρδια. Επιπλέον, πιστεύεται ότι θα αναφέρει ότι εκείνος πρότεινε αλλά δεν όρισε τις βάρδιες, κάτι που ήταν στη δικαιοδοσία του σταθμάρχη που πέθανε πρόσφατα. Το γεγονός ότι ο διευθυντής κυκλοφορίας του ΟΣΕ έχει πεθάνει, αναδεικνύει την ανησυχία ότι η αλυσίδα ευθυνών θα χαθεί και οι υπεύθυνοι δεν θα τιμωρηθούν. Κι αυτό, επειδή ήταν ένα ανώτερο υπηρεσιακό στέλεχος που αποφάσιζε για διάφορα θέματα-όπως ο καθορισμός των βαρδιών- αλλά και επειδή θα μπορούσε να δώσει μια αξιόπιστη ένορκη κατάθεση και να πει αλήθειες που άλλοι δεν τολμούν, δεδομένου ότι επρόκειτο να βγει σύντομα σε σύνταξη.