Τι είναι η νόσος Lyme και πώς μεταδίδεται
Η νόσος Lyme ή βορρελίωση είναι βακτηριακή λοίμωξη που προκαλείται από στελέχη του συμπλέγματος Borrelia burgdorferi sensu lato και μεταδίδεται μέσω δήγματος μολυσμένου κρότωνα (Ixodes). Πρόκειται για ενδημική λοίμωξη στη Βόρεια Αμερική, την Ευρώπη και την εύκρατη Ασία, με αυξανόμενες τάσεις καταγραφής κρουσμάτων, όπως αναφέρει το ΕΚΕΠΝ. Οι κρότωνες μολύνονται τρεφόμενοι από μικρά θηλαστικά και πτηνά-δεξαμενές. Ο κίνδυνος μετάδοσης αυξάνει όσο περισσότερο παραμένει προσκολλημένος ο κρότωνας (≥36 ώρες), συνεπώς η άμεση και σωστή αφαίρεσή του μειώνει την πιθανότητα λοίμωξης.
Κλινική εικόνα
Η πορεία χωρίζεται σε τρεις φάσεις, οι οποίες συχνά αλληλεπικαλύπτονται:
- Πρώιμη εντοπισμένη λοίμωξη (ημέρες–εβδομάδες): Χαρακτηριστικό είναι το εξάνθημα «ερύθημα μεταναστευτικό» που εμφανίζεται στο 60–80% των περιπτώσεων, σύμφωνα με το CDC. Εμφανίζεται 3–30 ημέρες μετά το δήγμα, με συνοδά πυρετό, κακουχία, κεφαλαλγία και μυαλγίες.
- Πρώιμη διασπαρμένη λοίμωξη (εβδομάδες–μήνες): Περιλαμβάνει πολλαπλά εξανθήματα, νευρολογικές εκδηλώσεις όπως πάρεση προσωπικού νεύρου ή μηνιγγίτιδα, καθώς και καρδιακές επιπλοκές όπως η Lyme carditis.
- Όψιμη λοίμωξη (μήνες–χρόνια χωρίς θεραπεία): Εκδηλώνεται με υποτροπιάζουσες αρθρίτιδες, συνήθως στο γόνατο, και σπανίως με χρόνια νευρολογικά σύνδρομα.
Περίπου 5–10% των ασθενών παρουσιάζουν εμμένοντα συμπτώματα (κόπωση, άλγη, νοητική θόλωση) για ≥6 μήνες, γνωστά ως μετα-θεραπευτική κατάσταση Lyme, όπως περιγράφει το CDC.
Διάγνωση
Η διάγνωση βασίζεται στην κλινική εικόνα και στις εργαστηριακές εξετάσεις:
- Κλινική διάγνωση: Το τυπικό ερύθημα μεταναστευτικό αρκεί για έναρξη θεραπείας χωρίς ορολογικό έλεγχο, όπως τονίζουν οι κατευθυντήριες οδηγίες IDSA/AAN/ACR.
- Εργαστηριακή τεκμηρίωση: Σε μη τυπικές περιπτώσεις, εφαρμόζεται ορολογικός έλεγχος δύο σταδίων (ELISA και Western blot), σύμφωνα με το CDC. Η PCR μπορεί να φανεί χρήσιμη σε ειδικά δείγματα, όπως το αρθρικό υγρό.
Η διαφορική διάγνωση πρέπει να αποκλείει ιογενείς λοιμώξεις, ρευματολογικά σύνδρομα ή άλλα αίτια παράλυσης προσωπικού νεύρου. Η AP News προειδοποιεί ότι μη εγκεκριμένα τεστ ενέχουν κινδύνους καθυστέρησης της ορθής θεραπείας.
Αντιμετώπιση
Οι θεραπευτικές επιλογές εξαρτώνται από τη βαρύτητα και τις εκδηλώσεις της νόσου:
- Πρώιμο δερματικό Lyme: Δοξυκυκλίνη για 10–14 ημέρες ή εναλλακτικά αμοξικιλλίνη/κεφουροξίμη, σύμφωνα με το CDC.
- Νευροβορρελίωση: Δοξυκυκλίνη από το στόμα σε ήπιες περιπτώσεις ή κεφτριαξόνη IV για 14–21 ημέρες, βάσει IDSA.
- Καρδίτιδα Lyme: Νοσηλεία και IV κεφτριαξόνη με παρακολούθηση.
- Αρθρίτιδα Lyme: Από του στόματος αντιβιοτικά για 28 ημέρες· σε εμμένουσες περιπτώσεις μπορεί να απαιτηθεί δεύτερος κύκλος ή IV θεραπεία.
Η παρατεταμένη ή επαναλαμβανόμενη χορήγηση αντιβιοτικών δεν συνιστάται, καθώς δεν αποφέρει όφελος και αυξάνει τον κίνδυνο ανεπιθύμητων ενεργειών, τονίζει η IDSA.
Πρόληψη
Η πρόληψη περιλαμβάνει δύο σκέλη:
- Χημειοπροφύλαξη μετά από δήγμα: Σε δήγματα υψηλού κινδύνου, μία δόση δοξυκυκλίνης εντός 72 ωρών μπορεί να μειώσει σημαντικά την πιθανότητα νόσησης, όπως αναφέρει η AAFP.
- Πρακτικά μέτρα: Χρήση εντομοαπωθητικών, ρούχα που καλύπτουν το σώμα, έλεγχος μετά από δραστηριότητες σε ύπαιθρο, και σωστή απομάκρυνση κροτώνων. Το CDC υπογραμμίζει ότι η έγκαιρη θεραπεία προλαμβάνει τις σοβαρές εκδηλώσεις.
Ειδικές καταστάσεις
- Παιδιά: Η Oxford Academic αναφέρει ότι σύντομα σχήματα δοξυκυκλίνης είναι ασφαλή για όλες τις ηλικίες.
- Κύηση/θηλασμός: Προτιμώνται β-λακτάμες (αμοξικιλλίνη, κεφουροξίμη).
- Συν-λοιμώξεις κροτώνων: Παθογόνα όπως Anaplasma ή Babesia μπορεί να τροποποιούν την εικόνα και απαιτούν ειδική διερεύνηση.