Ανάμεσα στα 44 μέλη της οργάνωσης που συνελήφθησαν για τηλεφωνικές απάτες βρίσκεται και μια 37χρονη, γνωστή πρώην αθλήτρια της ενόργανης γυμναστικής, η οποία έχει συμμετάσχει στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 2004 και σε μεγάλες διοργανώσεις όπου είχε κερδίσει σημαντικές διακρίσεις.
Σύμφωνα με την έρευνα της Ασφάλειας Αθηνών, η γυναίκα είχε υποστηρικτικό ρόλο στο ξέπλυμα χρημάτων που προέρχονταν από τη δράση της οργάνωσης, στην οποία συμμετείχε και ο αδελφός της. Εκείνος λειτουργούσε ως εισπράκτορας, παραλαμβάνοντας από τα θύματα μετρητά ή τιμαλφή παριστάνοντας τον λογιστή. Για τον ίδιο αναμένεται να εκδοθεί ένταλμα σύλληψης.
Πληροφορίες του ΕΡΤnews κάνουν λόγο για καταγεγραμμένες συνομιλίες της 37χρονης με τον αδελφό της και άλλα άτομα, που αφορούν μεταφορές χρημάτων σε τραπεζικές κάρτες της.
Η δράση της οργάνωσης
Η έρευνα αποκάλυψε τη μεθοδολογία με την οποία δρούσαν τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης. Το κεντρικό «αρχηγείο-τηλεφωνικό κέντρο» βρισκόταν στο Ζευγολατιό Κορινθίας, περιοχή που διευκόλυνε τη διαφυγή των δραστών και την απόκρυψη χρημάτων ή τιμαλφών. Το τηλεφωνικό κέντρο στελεχωνόταν από έναν τουλάχιστον βοηθό του διευθύνοντος και λίγα έμπιστα μέλη με άριστη γνώση ηλεκτρονικών συστημάτων και ηλεκτρονικής τραπεζικής. Αντίστοιχα σημεία λειτουργούσαν στο Βραχάτι, τον Άσσο, τα Εξαμίλια και άλλες περιοχές της Κορινθίας.
Επιπλέον, η οργάνωση διατηρούσε επιχειρησιακά κέντρα σε Αγία Βαρβάρα, Αχαρνές – Φυλή (Άνω Λιόσια και Ζεφύρι), ώστε να μη συνδέονται άμεσα με το αρχηγείο. Μέλη με φιλικές ή συγγενικές σχέσεις στην επαρχία έπαιζαν τον ρόλο εισπρακτόρων ταξιδεύοντας σε όλη τη χώρα, απομακρύνοντας τον κίνδυνο εντοπισμού των ηγετικών στελεχών.
Η δράση τους χαρακτηριζόταν από οργάνωση και προσαρμοστικότητα, με τεχνική εξειδίκευση και τακτικές εξαπάτησης των θυμάτων. Καθημερινά πραγματοποιούνταν κλήσεις από περίπου 40 τηλεφωνητές, ενώ η οργάνωση είχε στη διάθεσή της τουλάχιστον 150 κινητά τηλέφωνα για κλήσεις, μεταφορές χρημάτων και συνεννόηση εκατέρωθεν. Τα τηλέφωνα απενεργοποιούνταν συχνά και αντικαθίσταντο με νέα.
Η μέθοδος
Τα μέλη χρησιμοποιούσαν διαφορετικές προσεγγίσεις ανάλογα με την επικαιρότητα, όπως επιδόματα, επιδοτήσεις και ανακοινώσεις της κυβέρνησης. Παρουσιάζονταν ως:
– υπάλληλοι δημοσίων υπηρεσιών, καθοδηγώντας τα θύματα να στέλνουν χρήματα σε λογαριασμούς της οργάνωσης,
– λογιστές ή φοροτεχνικοί, αποκτώντας πρόσβαση στους τραπεζικούς λογαριασμούς θυμάτων για μεταφορές ή αναλήψεις,
– λογιστές που έπειθαν ηλικιωμένους να παραδώσουν μετρητά και κοσμήματα σε συνεργούς τους,
– αστυνομικοί σε δεύτερη κλήση για να παγιδεύσουν τα θύματα να πετούν χρήματα από τα μπαλκόνια για δήθεν «σύλληψη απατεώνων»,
– πωλητές οχημάτων σε ψεύτικες αγγελίες, ζητώντας «προκαταβολές» χωρίς να ολοκληρώνουν ποτέ αγοραπωλησίες.
Για να αποφύγουν την ανίχνευση, χρησιμοποιούσαν κωδικοποιημένες λέξεις, τεχνολογικά μέσα και κάλυψη χαρακτηριστικών.
Ρόλοι και ιεραρχία
Στην κορυφή ήταν ο διευθύνων και οι βοηθοί του, κυρίως συγγενικά πρόσωπα, που καθόριζαν την τακτική της οργάνωσης και διαχειρίζονταν τα έσοδα. Στα μεσαία επίπεδα υπήρχαν επικεφαλής επιχειρησιακών ομάδων, τηλεφωνητές, στρατολογητές τραπεζικών στοιχείων και εισπράκτορες. Στη βάση βρίσκονταν τα «money mules», που παραχωρούσαν τραπεζικές κάρτες, κωδικούς e-banking και τηλέφωνα που λάμβαναν OTPs έναντι αμοιβής 300 έως 800 ευρώ.
Σε 73 έρευνες σε οκτώ καταυλισμούς σε διάφορες περιοχές της Αττικής και της Κορινθίας, αλλά και σε σπίτια σε Ραφήνα, Παλαιό Φάληρο και Ίλιον, κατασχέθηκαν μεγάλα χρηματικά ποσά, ναρκωτικά, όπλα, ηλεκτρονικές συσκευές, οχήματα, πλήθος εγγράφων και κοσμημάτων, καθώς και οργανωμένος εξοπλισμός για υδροπονική καλλιέργεια κάνναβης.
Η αστυνομία έχει εξιχνιάσει μέχρι στιγμής 1.089 υποθέσεις απατών, με το παράνομο κέρδος της οργάνωσης να ξεπερνά τα 7.600.000 ευρώ. Πολλά θύματα – κυρίως ηλικιωμένοι – υπέστησαν σοβαρές ψυχολογικές και σωματικές επιπτώσεις, ενώ αρκετοί αναγκάστηκαν να αλλάξουν την καθημερινότητά τους λόγω φόβου. Εκτιμάται ότι πολλές απάτες δεν καταγγέλθηκαν ποτέ.
Σε βάρος των κατηγορούμενων σχηματίστηκε δικογραφία για εγκληματική οργάνωση, πλήθος απατών (τετελεσμένων και σε απόπειρα), απάτες μέσω υπολογιστή, κλοπές, πλαστογραφίες, κατοχή ναρκωτικών και όπλων, ξέπλυμα χρήματος, απάτη κατά του Δημοσίου, ληστεία, ενδοοικογενειακή βία και κατοχή ταξιδιωτικών εγγράφων τρίτων προσώπων.






















































